Συνέντευξη στο περιοδικό "Ήχος και Εικόνα"
ΘΑΝΑΣΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
«Πιστεύω ότι τα τραγούδια μου αγγίζουν όσους αγγίζουν, γιατί είναι άδολα και παρηγορητικά, γιατί δεν περιμένω τίποτα από αυτά»
Με το Διάφανο δείχνετε να επιστρέφετε στην κλασσική φόρμα του τραγουδιού παραμερίζοντας κάπως τους ηχητικούς πειραματισμούς. Η ηχογράφηση των τραγουδιών προέκυψε ύστερα και από την δοκιμασία τους στις συναυλίες;
Με την βροχή από κάτω δεν ένιωσα ότι κάνω κάτι πειραματικό. Φάνηκε ίσως έτσι γιατί έγινε από κάποιον που είναι καταχωρημένος ως τραγουδοποιός. Σίγουρα δεν είμαι από αυτούς που βρίσκονται στην πρωτοπορία των αναζητήσεων. Είμαι ανήσυχος, αναζητώ το νέο αλλά πιστεύω ότι ο συνδυασμός του με το οικείο είναι που δίνει σε ένα έργο τη δύναμη και τη γοητεία του λαϊκού. Οι ακραίοι πειραματισμοί -το διαπίστωσα στην πράξη, σαν ακροατής- δεν με καλύπτουν, δε μου δίνουν το συναισθηματικό υπόβαθρο να κρατηθώ και να βιώσω την ανάταση που προσδοκώ. Χρειάζομαι μιαν εστία να ζεστάνω τα χέρια μου. Πολλές φορές αυτή η εστία είναι η φόρμα του τραγουδιού. Ναι, η δισκογράφηση αρκετών απ τα τραγούδια του Διάφανου προέκυψε από την δοκιμασία τους στις ζωντανές εμφανίσεις. Αυτό λειτούργησε και θετικά και αρνητικά για τον δίσκο. Θετικά, γιατί τα κομμάτια ωρίμασαν, ενορχηστρωτικά και ερμηνευτικά, πριν δισκογραφηθούν. Αρνητικά, γιατί όσοι έρχονταν στις εμφανίσεις γνώριζαν τα τραγούδια και δεν είχαν το ξάφνιασμα της πρώτης ακρόασης. Και ίσως να ένιωσαν και κάποια απογοήτευση γιατί, παρότι τα κομμάτια ηχογραφήθηκαν ζωντανά στο στούντιο, είναι σχεδόν απίθανο να έφτασαν σε ένταση τις ερμηνείες των συναυλιών.
Στιχουργικά θα λέγαμε ότι ιδρύσατε σχολή. Από τη μια, δεν λείπουν οι λογοτεχνικές -ποιητικές αναφορές σε κάθε σας δίσκο και από την άλλη, ένα απλό, φαινομενικά ασήμαντο στους πολλούς συμβάν ή ακόμα και αντικείμενο, γίνεται για σας πηγή έμπνευση. Θα είχε ενδιαφέρον, λόγου χάρη, να μας λέγατε πως γράψατε το τραγούδι για το «Κομμωτριάκι».
Αυτό που με ενδιαφέρει όσον αφορά το στίχο είναι η καθαρότητα. Η καθαρότητα των εικόνων όταν πρόκειται για υπερρεαλιστικούς στίχους ή η καθαρότητα μιας ιστορίας. Και όσο πιο απογυμνωμένος από καλολογικά στοιχεία είναι ο στίχος, τόσο πιο ξεκάθαρος. Έχουμε φλομώσει από παπαριές που κρύβονται πίσω από ωραίες λέξεις. Στην ποίηση προστρέχω συχνά, κυρίως όταν νοιώθω αδύναμος να αρθρώσω δικό μου λόγο. Εκεί μπορεί κανείς να αφουγκραστεί αυτό που δεν έχει ειπωθεί ακόμα. Όσο για την παρατήρηση και την περιγραφή του ελάχιστου, είναι ένας καλός δρόμος για να προσεγγίσει κάποιος το μέγιστο. Οι συνιστώσες που με οδηγούν κάθε φορά σε ένα στίχο είναι πολλές. Άλλες τις γνωρίζω και άλλες όχι. Απ' ότι θυμάμαι, στους στίχους για το «Κομμωτριάκι» -που είναι ένα πολύ απλό τραγούδι- με οδήγησε κυρίως μια εικόνα που είχα στο μυαλό μου. Τώρα, την είχα δει, ήταν κατασκευάσμα του νου μου, θα σας γελάσω. Πάντως ήταν μια μαθητευόμενη κομμώτρια, που αφηρημένη, στέγνωνε με το πιστολάκι την κόμη μιας πελάτισσας. Στην ουσία ήταν μια αφορμή για να γράψω, με αγάπη και όχι αφ' υψηλού, για όσους κάνουν μια εργασία καταναγκαστική που απέχει απ αυτό που ονειρεύονταν και οι οποίοι για να αντέξουν φτιάχνουν στο μυαλό τους έναν άλλο κόσμο. Αν μάλιστα έχουν γοητευτεί από την εικονική πραγματικότητα της τηλεόρασης, τότε πραγματικά χρειάζονται τη βοήθεια του Αϊ Νικόλα για να μην καταποντιστούν.
Κάποτε είχατε επιτυχώς ορίσει τη μουσική σας ως βλαχοψυχεδέλεια. Πως φτάνουν αλήθεια στα αυτιά σας οι ηχητικοί και όχι μόνο, νεωτερισμοί που ξεκίνησαν κάποτε μουσικοί σαν τον Kim Fowley, τον Frank Zappa κ.α.; Ενδεχομένως να προτιμάτε περισσότερο το πανκ μιας και στις συναυλίες σας εντάσσετε κομμάτια αυτού του είδους.
Τον Kim Fowley δεν τον γνωρίζω. Η ερώτηση θα σταθεί αφορμή να μάθω γι αυτόν. Frank Zappa έχω ακούσει αλλά όχι πολύ. Το ότι δεν έχω ακούσει είναι μια ένδειξη ότι δεν με τράβηξε η μουσική του απ' το αυτί. Κάτι που έκανε η μουσική του Tom Waits, ο οποίος όταν έπαιζε σαπορτ στον Zappa, λέγεται ότι γιουχαΐζονταν από τους Zappistas. Το πανκ μουσικά δεν μου λέει πολλά. Έχει όμως αυτήν την τρομερή ενέργεια που χρειαζόμουν ως ακροατής. Εδώ να σημειώσω ότι όλα αυτά λέγονται από κάποιον ο οποίος δεν ξέρει αγγλικά και αντιμετωπίζει όλα τα αγγλόφωνα τραγούδια σαν μουσική. Εν κατακλείδι, τα πανκίζοντα κομμάτια στις συναυλίες μας προκείπτουν κυρίως απ'τις ενορατικές εκλάμψεις του κυρίου Γεωργίου-Μπαντούκ Αποστολάκη.
Πιστεύετε πως το μπόλιασμα της παράδοσης στο έργο σας είναι αυτό που έκανε τόσο κοσμαγάπητα τα τραγούδια σας;
Όχι. Πιστεύω ότι τα τραγούδια μου αγγίζουν όσους αγγίζουν, γιατί είναι άδολα και παρηγορητικά, γιατί δεν περιμένω τίποτα από αυτά.
Το «Αερικό» είναι ένα άλλο τραγούδι σας που σφράγισε με τη φωνή της η Μελίνα Κανά. Ποιος ο λόγος να ξαναηχογραφηθεί, τι διαφορετικό προσφέρει σήμερα η ερμηνεία του Φώτη Σιώτα;
Πράγματι το «Αερικό» ευτύχησε να έχει μια φορτισμένη ερμηνεία από τη Μελίνα Κανά. Ξαναηχογραφήθηκε, γιατί, παίζοντας το στις συναυλίες, προέκυψε, ενορχηστρωτικά και ερμηνευτικά, μια πολύ διαφορετική εκδοχή που εντάσσονταν στο κλίμα των τραγουδιών του Διάφανου. Εξάλλου, ήθελα να αποτυπωθεί και δισκογραφικά, η μακρόχρονη και δημιουργική συνεργασία με τον Φώτη, ο οποίος εκτός από ευρηματικός μουσικός και καλός άνθρωπος, είναι και εξαιρετικός τραγουδιστής.
Προς τιμήν σας, πάντα αναφέρεστε στην σημασία των συνεργατών σας στη μουσική σας. Πιστεύετε πως ένα τραγούδι, αν δεν μπορεί να παιχτεί μόνο με μια κιθάρα, δεν έχει πετύχει το στόχο του;
Αν στόχος της μουσικής και των τραγουδιών είναι να ανυψώσει την ανθρώπινη υπόσταση, τότε δεν έχει σημασία η απλότητα ή η πολυπλοκότητα. Σίγουρα πάντως, οι «αρχετυπικές» μουσικές -αυτές που όταν αναβλύζουν μας πιάνει σύγκρυο γιατί καταλαβαίνουμε ότι έρχονται από κάπου αλλού- είναι απλές και μπορούν να ακουστούν θαυμάσια χωρίς όργανα και ενορχηστρώσεις. Σαν τον απλό αλγόριθμο που διαισθάνομαι ότι κρύβεται πίσω από τη γέννηση του σύμπαντος.
Η «Μοσχαροκεφαλή» είναι ένα κομμάτι που πραγματικά το ευχαριστήθηκα! Να ρωτήσω ποιος είναι ο Διονύσης που χαιρετίζετε μέσα στους στίχους;
Είναι ο Διονύσης Ρούσσος που όταν βλέπει κάποιον γνωστό του αναφωνεί «γεια σου ρε μοσχαροκεφαλή».
Πυκνώνουν οι κριτικές που σας χαρακτηρίζουν σημαντικότερο τραγουδοποιό της γενιάς σας. Τι λέτε εσείς γι αυτό;
Δεν είμαστε εδώ για να μοιραζόμαστε βραβεία και διακρίσεις. Παρότι η ματαιοδοξία είναι ένα παράσιτο που ευδοκιμεί και στα καλύτερα σπίτια, θα πρέπει να είναι πολύ «Καραμήτρος» κάποιος για να μασήσει. Ο ίδιος, βυθίζομαι συχνά στην αμφιβολία, περί του αν αυτό που κάνω αξίζει κάτι, αν είμαι υπερτιμημένος και όλα τα παρόμοια. Δεν ξέρω, ας αφήσουμε το χρόνο να δώσει απάντηση.
Σας ενοχλούν οι μετρημένες στα δάχτυλα -φαντάζομαι- αρνητικές κριτικές για την δουλειά σας;
Σε πρώτο, παρορμητικό επίπεδο, ναι. Αλλά, ύστερα, προσπαθώ να ανακαλύψω, πίσω από την αυστηρότητα ή και την εμπάθεια, μια πλευρά της αλήθειας που δεν κατέχω.
Όλοι σας οι δίσκοι μοιάζουν να έχουν ηχογραφηθεί μέσα σε ένα ολοζώντανο παρεϊστικο κλίμα. Ο ακροατής όχι μόνο το εισπράττει αλλά συμμετέχει σε αυτό. Πως το καταφέρνετε;
Δε με ενδιαφέρει ο επαγγελματισμός του «όλα τα σφάζω, όλα τα μαχαιρώνω». Όταν αντιληφθώ ότι ένα κομμάτι δεν το γουστάρουν οι μουσικοί, το αποσύρω. Θεωρώ βάναυσο να υποχρεώνω κάποιους να παίξουν και να τραγουδήσουν κάτι που δεν τους αρέσει. Έτσι, στις ηχογραφήσεις αναπτύσσεται μια θετική ενέργεια που αποτυπώνεται και ακολουθεί το ηχογράφημα για πάντα.
Θα επισημαίνατε ένα πρόβλημα που θα χαρακτηρίζονταν «έλλειψη καλλιτεχνικής ταυτότητας» για πολλούς συναδέρφους σας; Τι γνώμη έχετε, ας πούμε, για δίσκους που βγαίνουν και περιέχουν ένα λαϊκό, μια μπαλάντα, ολίγη από electronic, ροκ, ζεϊμπεκιές κλπ.l;
Το να έχει κανείς πολλά ύψη σε ένα δίσκο δε σημαίνει, κατ ανάγκη, έλλειψη καλλιτεχνικής ταυτότητας. Μπορεί να τα ενώνει το «ντουέντε» του δημιουργού και να ακούγονται ταιριαστά. Η φάση καταρρέει όταν υπάρχει επιτήδευση και όταν η φλόγα του καλλιτέχνη είναι ασθενική. Πρόβλημα έλλειψης ταυτότητας έχουν, κυρίως οι πολυσυλλεκτικοί δίσκοι, που έχουν τον ερμηνευτή στο κέντρο («εγώ ειμί ο ήλιος») και δορυφορικά να κινούνται πλείστοι όσοι συνθέτες και στιχουργοί. Σ' αυτό το μύλο δεν κουβαλάω νερό.
Αντώνης Μποσκοϊτης