Συνέντευξη στο ηλεκτρονικό περιοδικό "Avopolis.gr"
Interviews: Θανάσης Παπακωνσταντίνου: Συνέντευξη - μαμούθ (μέρος Α')
Ημερομηνία δημοσίευσης: 28/6/2005
Κείμενο - Συνέντευξη: Κωνσταντίνος Τσάβαλος, Χριστιάννα Φινέ
Ένα πολύ μικρό μέρος της συνέντευξης αυτής δημοσιεύτηκε στο sonik. Σήμερα και αύριο δημοσιεύουμε στο Avopolis ολόκληρη της μεγάλη συνέντευξη (25 σελίδες Α4!) του Θανάση Παπακωνσταντίνου στη Χριστιάννα Φινέ και τον Κωνσταντίνο Τσάβαλο. Με την Χριστιανα συναντηθήκαμε στις 6.30, μίση ώρα πριν το καθορισμένο μας ραντεβού με τον Θανάση Παπακωνσταντινου στο Βοξ των Εξαρχείων. «Έλα, έχεις βγάλει ερωτήσεις; Εγώ δεν είχα χρόνο!», μου αντιτείνει. «Εσύ ελπίζω να προετοιμάστηκες, ε;» με ρώτησε. «Εγώ έχω βγάλει αρκετές, όλο το βράδυ χθες δυο πράγματα έκανα: να βγάζω ερωτήσεις για σήμερα και να τρώω τα νύχια μου από την αγωνία για το αν θα του αρέσουν οι ερωτήσεις…». «ΟΚ, κάτσε τώρα να βγάλουμε μερικές ακόμη», πρότεινε αλλά η είσοδος του Θανάση στο Βοξ της χάλασε τα σχέδια…
Τι κάνετε παιδιά;
Ετοιμάζαμε ερωτήσεις. Ήρθες νωρίτερα και μόλις ετοιμαζόμασταν να βγάλουμε μερικές ερωτήσεις ακόμη.
Δεν χρειάζονται ερωτήσεις…
(μεσολαβεί ένα διάστημα που ο σερβιτόρος του Βοξ παίρνει την παραγγελία μας και δίνει χρόνο στον γράφοντα να ανοίξει το δημοσιογραφικό του κασετοφωνακι, παρόλο που έχει πληροφορηθεί από έγκυρες πήγες ότι ο Θανάσης λατρεύει να μισεί τέτοιου είδους μηχανήματα…)
Λοιπόν Θανάση, τι ακούς αυτή την εποχή;
Χρόνο πολύ δεν έχω, οπότε ο,τι πάρει το αυτί μου από τον Μπάμπη τον Παπαδόπουλο, τον κιθαρίστα μας. Μου αρέσει πολύ ο Amon Tobin κι ακόμη να ξεκολλήσω από εκείνο τον προπέρσινο δίσκο της Beth Gibbons.
Σου αρέσουν και οι Portishead;
Ασφαλώς, το dvd τους με τη ζωντανή εμφάνιση τους στην Νέα Υόρκη με είχε αφήσει κατάπληκτο.
Αλήθεια, θα μπορούσες να συνεργαστείς με ένα τέτοιο όνομα από τον διεθνή μουσικό χώρο;
Μόνο με τον Tom Waits (εντωμεταξύ η Χριστιανα παραληρεί, κοντεύει να βγάλει αφρούς από το στόμα της από την χαρά της…). Θα το προσπαθήσω πάντως. Πιστεύω πως ο,τι φαίνεται αρχικά βουνό, τελικά στην πορεία μπορεί να αποδειχτεί πολύ εφικτό.
Τι σου αρέσει στον Γουέιτς;
Οι ενορχηστρώσεις του καταρχάς και μετά η χρήση των διάφορων μουσικών οργάνων. Δεν ξέρω καλά αγγλικά, αλλά νομίζω ότι και οι στίχοι του θα είναι το ίδιο καλοί. Ο τρόπος που τραγουδάει επίσης. Ό,τι άλμπουμ έχω από αυτόν δεν με έχει απογοητεύσει. Πράγμα που σημαίνει ότι έχει πολύ ανεξερεύνητο υλικό από πίσω του.
Το αγαπημένο σου άλμπουμ;
Rain Dogs. Από τα πολύ λατρεμένα.
Ο πειραματισμός του Γουέιτς υπάρχει στην δική σου μουσική; Εννοώ, όταν είσαι στη σκηνή τι ποσοστό αυτών που παίζεις είναι προσχεδιασμένο και τι αυτοσχεδιασμός;
Κοίτα, εγώ οργανοπαίχτης δεν είμαι. Η μπάντα όμως που με συνοδεύει, χωρίς τον αυτοσχεδιασμό δεν θα μπορούσε να πάει πουθενά, ούτε θα άντεχε να παίζει τα ίδια και τα ίδια κάθε μέρα. Ο δημιουργικός άνθρωπος θέλει να κάνει καθημερινά διαφορετικά πράγματα, να εναλλάσσεται. Και νομίζω ότι αυτό βγαίνει στα λαιβ μας, ότι δηλαδή κάθε φορά είναι διαφορετική από την προηγούμενη. Αυτό για να το καταφέρεις πρέπει καταρχάς να γνωρίζεις άψογα το υλικό που έχεις στα χέρια σου, γιατί αν αυτοσχεδιάζεις από την αρχή μάλλον αρπακολλατζής είσαι, παρά μουσικός. Εμείς κάνουμε πρόβες για ένα μήνα περίπου, αλλά κάθε φορά που ανεβαίνουμε στη σκηνή είναι ένα νέο παιχνίδι για μας.
Εμείς στο Avopolis σε χαιρόμαστε γιατί βλέπουμε ότι αυτοσαρκάζεσαι, δεν είσαι σοβαροφανής και γι’ αυτό σε θεωρούμε δικό μας άνθρωπο.
Παιδιά, τι άλλο να κάνω δηλαδή;
Μη το λες, είναι σύμπτωμα των καιρών μας αυτό, να πρέπει να δείχνεις κάπως ή σοβαροφανής ώστε να σε πάρουν και οι άλλοι στα σοβαρά.
Το μόνο εύκολο που μπορούμε να κάνουμε είναι να είμαστε ο εαυτός μας γιατί αλλιώς πέφτουμε σε μια μαύρη τρύπα από την οποία δύσκολα βγαίνουμε και μετά αναγκαζόμαστε να λέμε συνέχεια ψέματα. Γιατί αν μέσα σου ξέρεις ότι είσαι κάτι άλλο από αυτό που βγάζεις προς τα έξω, τότε εξαναγκάζεσαι να μην δείξεις αυτοσεβασμό, οπότε είσαι και αντιδημιουργικός.
Η διαδικασία αυτή δεν είναι κομματάκι μπερδεμένη όμως; Εμείς είμαστε 27-28 χρονών κι ακόμη δεν γνωρίζουμε βαθιά μέσα μας σε τι σημείο αυτογνωσίας έχουμε φτάσει. Εσύ λοιπόν, ως Θανάσης, πότε το κατάλαβες αυτό; Πότε είπες «Τώρα προς τα έξω βγαίνει Θανάσης και μόνο Θανάσης;»
Πιστεύω ότι βαθιά μέσα του ο καθένας ξέρει καλά τι είναι και ποτέ κάτι βγαίνει με το ζόρι, ποτέ κάτι «κλωτσάει» μέσα του.
Και τι γίνεται στις περιπτώσεις που ξέρουμε ότι λέμε ψέματα στον εαυτό μας, αλλά εξακολουθούμε να κάνουμε κάτι με ιδιοτελείς σκοπούς, προκειμένου να κερδίσουμε κάτι;
Τι κάνετε τότε; Δεν το αποδιώχνετε από μέσα σας και το αφήνετε να υπάρχει; Μην φανταστείτε τώρα ότι το παίζω ήρωας κι εγώ, έχω οικογένεια και παιδιά, έχω κάνει συμβιβασμούς στη ζωή μου. Εκτός από την μουσική μου όμως, την οποία κράτησα ανόθευτη και δεν δέχτηκα ποτέ να βάλω νερό στο κρασί μου όταν έπρεπε να την σκεφτώ. Όσον αφορά την δουλειά μου όμως, όταν ήμουν μικρότερος έκανα πράγματα που δεν περίμενα ποτέ ότι θα τα έκανα, π.χ. μίλησα με άτομα που υπό φυσιολογικές συνθήκες θα τα έφτυνα κατάμουτρα και συνεργάστηκα με ανθρώπους που δεν συμπαθούσα καθόλου.
Πόσο χρονών είναι τα παιδιά σου;
20. Δίδυμα αγόρια που σπουδάζουν στα Γιάννενα. Ξέρεις με τι γελάω περισσότερο; Όταν με αποκαλούν «ο νέος δημιουργός από την Λάρισα». Κι είμαι 45 ετών.
Παντρεύτηκες μικρός;
Στα 26 μου.
Πως βλέπεις την απόφαση σου αυτή τώρα, μετά από 20 σχεδόν χρόνια;
Είχε τα καλά, είχε και τα κακά του. Έγινα πατέρας πολύ μικρός και στην αρχή δυσκολευτήκαμε πολύ με την γυναίκα μου. Τώρα όμως τα παιδιά είναι μεγάλα και συνεννοούμαι πολύ καλύτερα μαζί τους, μπορώ να είμαι κοντά τους, να τους πηγαίνω δίσκους να ακούνε, μουσικές για τις οποίες άλλοι γονείς στην ηλικία μου μπορεί να έφερναν αντιρρήσεις.
Πως φαίνεται στα παιδιά σου αυτό που γίνεται τώρα με τον πατέρα τους;
Ντρέπονται. Νιώθουν άσχημα όταν τα ρωτάνε αν ο πατέρας τους είναι ο Θανάσης, το οποίο θεωρώ εξαιρετικά υγιές ως αντίδραση.
…και το οποίο προφανώς μεταφέρθηκε σε αυτά από τον ίδιο τους τον πατέρα.
Ίσως, αλλά σε αυτό τα βοήθησαν πολύ τα ακούσματα που είχα εγώ ως πατέρας τους. Δεν μπορώ να πω βέβαια, κάποια στιγμή πέρασαν κι από την φάση της χεβι μεταλ -την οποία θεωρώ εξαιρετικά φλύαρη κι ανούσια μουσική- και τους έλεγα «Αφού έχετε καλό μουσικό κριτήριο, γιατί τα ακούτε αυτά;». Όταν ήταν 7 ετών είχαν ετοιμάσει μια κασέτα με τραγούδια του Ασιμου και χαίρομαι όταν τα βλέπω να ασχολούνται σήμερα με την μουσική. Έχουνε μια μπάντα και παίζουμε απ’ όλα: Nirvana, Radiohead, Τρύπες, χωρίς να έχουν καταλήξει ακόμη σε ένα συγκεκριμένο ύφος. Τα παιδιά μου είναι τυχερά για έναν ακόμη λόγο: σπουδάζουν ένα αντικείμενο σχετικό με την Τέχνη. Εγώ όταν ήμουν μικρός είχα κολλήσει το μικρόβιο του κινηματογράφου κι ήθελα σαν τρελός να σπουδάσω κάτι σχετικό, π.χ. σκηνοθεσία. Τυχαία τέλος πάντων πέρασα Μηχανολόγος στην Θεσσαλονίκη, αφού δεν υπήρχε τότε κάτι σχετικό με κινηματογραφικές σπουδές αλλά γρήγορα κατάλαβα ότι η σχολή αυτή δεν με συγκινούσε. Και τότε ήταν που ξεκίνησα να κατασκευάζω μουσικά όργανα, προσπαθώντας να ζήσω από αυτό το επάγγελμα.
Έτσι εξηγείται και η εξοικείωση σου αυτή με όλα τα όργανα που χρησιμοποιείς στα λαιβ σου, τα ούτια και τα λαούτα.
Ίσως και να έπαιξε κι αυτό τον ρόλο του. Μου αρέσει να κάνω πράγματα με τα χέρια μου. Ασχολήθηκα λοιπόν 2-3 χρόνια με αυτό, αλλά μετά γεννήθηκαν οι γιοι μου και τα λειτουργικά έξοδα που είχαμε ως οικογένεια -1000 δρχ. τη μέρα μόνο για πάνες και γάλατα- με ανάγκασαν να δουλέψω σαν μηχανολόγος.
Δουλεύεις στην Λάρισα;
Τώρα δεν δουλεύω πολύ, από την μουσική ζω ουσιαστικά. Η δουλειά μου με βοήθησε στην αρχή γιατί κατάφερα να κρατήσω την μουσική μου εκεί που ήθελα και δεν ένιωσα ούτε μια στιγμή ότι έκανα εκπτώσεις ή συμβιβασμούς στο έργο μου. Μια μέρα τα έβαλα όλα κάτω κι είπα «καλύτερα να φθείρομαι σε κάτι που δεν αγαπάω και να αφιερωθώ σε αυτό το οποίο έχω δώσει την ψυχή μου». Όχι, δεν θα μπορούσα να φθείρομαι στην μουσική μου.
Ποιο ήταν το πρώτο τραγούδι που έγραψες;
Δεν θυμάμαι, ειλικρινά. Μάλλον για τον λόγο αυτό δεν έγινα και καλός οργανοπαίχτης. Δεν με ενδιέφερε ποτέ να γίνω γρήγορος ή δεξιοτέχνης μουσικός.
Η φωνή σου όμως βγήκε προς τα έξω τα τελευταία χρόνια.
Δεν είχε βγει προς τα έξω πρωτύτερα γιατί δεν ήθελα να εκτεθώ στις τηλεοράσεις, τα ραδιόφωνα, τους δημοσιογράφους, τις συνεντεύξεις κτλ. Γι’ αυτό το λόγο και επιλέγω να μην δίνω συνεντεύξεις γιατί όσο πιο άγνωστος είσαι, τόσο πιο ελεύθερος είσαι. Τώρα που τραγουδάω μου αρέσει η επαφή με τον κόσμο, άσχετα αν εξακολουθεί να με ευχαριστεί το γεγονός ότι ακόμη δεν με γνωρίζουν πολλοί.
Πότε τραγούδησες για πρώτη φορά;
Με ρωτάς σαν να ξέρεις ήδη πότε ήταν.
Ξέρω κάτι περί Θεσσαλονίκης. Με την Μελίνα Κανά.
Όχι, ήταν στην Λάρισα. Είχα βγει να παίξω τα τραγούδια του πρώτου μου δίσκου. Κάθε φορά που τραγουδάω είναι σαν να αναμετριέμαι με τον εαυτό μου γι’ αυτό και έχω μια συστολή όταν εκτίθεμαι, άλλωστε δεν είναι τυχαίο το ότι ως φοιτητής ποτέ μου δεν πήρα τον λόγο να μιλήσω σε μια συνέλευση γιατί φοβόμουν ότι θα έπεφταν να με φανέ μετά. Από την ταραχή την μεγάλη λοιπόν την μέρα εκείνη έλεγα ένα σωρό βλακείες. Το τι κουταμάρες είπα εκείνη τη νύχτα δεν λέγεται. Όλη η μπάντα έκανε πολλά λάθη, οπότε στο τέλος βάλαμε την ουρά στα σκέλια, εκτός από τον Γιώργο τον Μιχαήλ που ήταν χειρότερος απ’ όλους μας και ο οποίος ήρθε μετά τη συναυλία τρίβοντας τα χέρια του ικανοποιημένος και μας είπε το εξής αμίμητο: «παιδιά συγχαρητήρια σε όλους, μόνο εσύ Θανάση ήσουν ένα μάτσο χάλια». Οπότε εγώ γυρνάω και του απαντάω «Τι λες βρε μαλάκα, τον εαυτό σου τον άκουγες όταν τραγουδούσες;». (στο σημείο αυτό μας άκουσε όλο το Βοξ από τα γέλια μας…) Μετά στην Θεσσαλονίκη έπαιξα με την Μελίνα. Την πρώτη φορά δεν έβγαινε η φωνή μου! Την επόμενη βραδιά στα καμαρίνια είχαμε ένα μπουκάλι ουίσκι. Εγώ γενικά δεν πίνω, ίσως καμία φορά στη σκηνή λίγο. Το ήπια όμως εκείνη τη μέρα κι ένιωσα καλύτερα και λέω «α, κάτι πάει κι έρχεται τώρα που χαλάρωσα». Αλλά μετά είπα από μέσα μου «δηλαδή για να πω ένα τραγούδι θα πρέπει να γίνω αλκοολικός;». (Κάνει μια παύση, γυρνάει και μας λέει) Ελπίζω να μην τα γράφει τώρα αυτά το κασετόφωνο, ε;
Συνέχισε εσύ και θα κόψουμε μετά ο,τι δεν θες να βγει προς τα έξω…
Μετά ήρθα στην Αθήνα για μια ζωντανή εμφάνιση σε ένα μαγαζί στα Εξάρχεια, δίπλα στον Κάβουρα, για την οποία δεν είχαμε κάνει ούτε διαφήμιση, ούτε τίποτα, ούτε καν στην πόρτα του μαγαζιού δεν έγραφαν ότι παίζουμε. Μπαίνουμε μέσα, ήταν τρεις παρέες: η μια είχε κατεβεί από την Λάρισα να με δει, κάτι φίλοι μου, η άλλη παρέα ήταν κάτι συγγενείς μου από την Αθήνα και 3-4 άτομα μόνοι τους. Πάλι καλά που ήταν και 2-3 ωραία κοριτσάκια, ίσα ίσα για να ξυπνάει ο Μιχαήλ και να κάνει καμάκι από σκηνής. Αφού σε κάποια στιγμή σταματήσαμε να παίζουμε και τον κοιτάμε σαν να του λέμε «τι γίνεται με το καμάκι; Όλα καλά;». Όταν τελειώσαμε πλησίασα την παρέα των παιδιών που δεν ήξερα και τα ρωτάω πως κι ήρθαν από εδώ για να μου δώσουν το τελειωτικό χτύπημα «Κερδίσαμε τα εισιτήρια σε έναν ραδιοφωνικό διαγωνισμό». Δηλαδή ούτε καν ήρθαν από μόνα τους. Και να σου πω και την αλήθεια ποτέ μου δεν πίστευα ότι θα μπορούσα να μαζεύω σήμερα τόσο κόσμο στις συναυλίες μου. Το θεωρώ αδιανόητο…
Υπονοείς κάτι για εμάς που σε ακούμε;
Χαχαχα! Ισχύει δε και το άλλο: το κοινό που έρχεται να με δει προέρχεται πολύ συχνά από άλλους μουσικούς χώρους. Τις προάλλες ήρθαν κάποιοι και μου είπαν «εμείς δεν ακούμε ελληνική μουσική». Οπότε αυτή τη στιγμή γίνεται μια πάλη: υπάρχει κόσμος που με παρακολουθεί από πολύ παλιά και που αντιδρά σε ο,τι γίνεται τώρα, που δεν μπορεί να δεχτεί ότι εγώ ξαφνικά μαζεύω τόσο κόσμο και ο οποίος λέει ότι θα με κλείσει σε μια σπηλιά μέχρι να βάλω μυαλό αλλά από την άλλη υπάρχει κι ο πιο νέος κόσμος που με ανακαλύπτει τώρα. Το παράδοξο με μένα είναι ότι έχω ακολουθήσει την ακριβώς αντίθετη πορεία: ενώ θα έπρεπε φυσιολογικά να ακούω πολλή ελληνική μουσική, αντίθετα τα μόνα μου ακούσματα είναι ξένα, Ντιλαν, Λεοναρντ Κοεν, Τομ Γουειτς. Αυτό συμβαίνει βέβαια γιατί δεν βάζω στεγανά στην μουσική μου. Με λύπη μου όμως ανακαλύπτω ότι τα σημαντικότερα πράγματα στην μουσική συμβαίνουν στο εξωτερικό. Εδώ δεν υπάρχει κινητικότητα δυστυχώς. Οι εταιρείες από την άλλη περνάνε δύσκολες ώρες, δεν ποντάρουν σε τίποτα καινούργιο γιατί απλά δεν τους ενδιαφέρει. Ο Αντένα ας πούμε κάνει δωρεάν διαφήμιση στην Heaven. Εγώ από την πλευρά μου λέω στην εταιρεία μου, την Λύρα, ότι δεν θέλω διαφήμιση στο δίσκο και την ωθώ να ρίξει τα χρήματα αυτά στο πρωτογενή τομέα, να πληρωθούν οι μουσικοί μου, να ευχαριστηθούν αυτό που κάνουν ώστε και το αποτέλεσμα να είναι όσο το δυνατόν καλύτερο. Το θεωρώ εξαιρετικά υγιές το ότι οι δίσκοι μου δεν έτυχαν διαφήμισης, αλλά διαδόθηκαν από στόμα σε στόμα γιατί αργά ή γρήγορα ο καθένας από εμάς συναντάει τις μουσικές που του αξίζουν και του ταιριάζουν. Και χαίρομαι και το εξής: πολλά από τα κομμάτια μου είναι δύσκολα στο άκουσμα και παρόλ’ αυτά χαίρομαι που όλο και περισσότεροι νέοι έρχονται σε επαφή με αυτά. Εγώ στην ηλικία τους δεν μπορούσα να ακούσω τόσο δύσκολα στο αυτί πράγματα. Έτσι λοιπόν φρονώ ότι διαμέσου του νόμου της δράσης-αντίδρασης, θα γίνει ένας μικρός ανταρτοπόλεμος και θα προκύψουν νέες, μικρές εταιρείες, ανεξάρτητες παραγωγές και άλλοι μικροί πυρήνες δημιουργίας. Απλά πια ένας πρωτοεμφανιζόμενος είναι δύσκολο να βγει προς τα έξω με την ίδια ευκολία που γινόταν παλιότερα ίσως.
Αν δεν είχες τον χαρακτήρα που έχεις, που είσαι ταπεινός και πράος, θα ήταν πιο ψυχοφθόρα η δουλειά σου μέσα στην μουσική βιομηχανία;
Δεν με πίεσε κανείς, αλλά από την άλλη δεν έδωσα κι εγώ το δικαίωμα σε κανέναν να με πιέσει. Είναι ανυπόφορο να έχεις μόνιμα την Δαμόκλειο Σπάθη της εταιρείας σου να επικρέμεται από πάνω σου ώστε να παραδώσεις 2,3 δίσκους. Αυτή η τακτική είναι καταστροφική. Όταν κατευθύνεις χρονικά αυτό που κρύβεις μέσα σου, τότε αυτομάτως χάνει την δυναμική του. Σαν την Τανια Τσανακλιδου που είχε πει «Η μαγεία της τέχνης είναι ότι είναι αυθαίρετη. Άπαξ και σταματήσει να είναι αυθαίρετη κι εκλογικευτεί δεν υπάρχει μαγεία».
Η αυθαιρεσία αυτή διαπερνάει το έργο σου;
Τι ορίζεται ως αυθαιρεσία;
Να σπανε οι κανόνες και η μανιέρα.
Με τον τρόπο αυτό, σίγουρα. Καταρχάς, όπως σου είπα, εγώ δεν έχω σπουδάσει μουσική άρα δεν έχω μουσικούς κανόνες μέσα μου. Αυτό αποτελεί μειονέκτημα γιατί χρειάζομαι ανθρώπους γύρω μου να με βοηθούν και να με συμβουλεύουν στην ενορχήστρωση. Ο δικός μου κανόνας είναι ότι τελικά κατάφερα να αποκτήσω ένα πολύ προσωπικό ύφος. Ναι, συμφωνώ, πρέπει να είμαστε ασεβείς. Τίποτε δεν πρέπει να μένει στο απυρόβλητο. Στον πειραματισμό δεν υπάρχουν όρια, αυτό που βλέπω εγώ είναι μερικούς ακραίους πειραματιστές, οι σκαπανείς που είναι μπροστά στο τούνελ και γράφουν πρώτοι οι οποίοι όμως επειδή κάνουν κάτι το εντελώς πρωτοποριακό και καινούργιο δεν έχουν αποδοχή του κόσμου, ίσως να χάνονται λίγο, αλλά πράγματα που ανακαλύπτουν αυτοί τα παίρνουν κάποιοι άλλοι που έχοντας και μια σχέση με το παρελθόν -γιατί και αυτή χρειάζεται κατ’ εμε- ώστε να έχει μια βάση αυτός που ακούει -σε αυτόν τον χώρο υπάρχουν και πολλοί ακροατές παραμυθιασμενοι θετικά- ακούν οτιδήποτε και το αποδέχονται. Η παγίδα στην οποία πέφτουν πολλοί λοιπόν είναι να έχουν απέναντι τους ένα έργο εντελώς ανούσιο και παραμυθιασμενοι να νομίζουν ότι έχουν απέναντι τους ένα αριστούργημα. Θυμάμαι ένα φίλο αυτοσχεδιαστή κι έπαιζε μόνος του βιολί και ξεκουρδίστηκε και άρχισε να το κουρδίζει. Εγώ την ώρα εκείνη νόμισα ότι άκουσα κάτι εκπληκτικό -δεν ήταν έτσι όμως.
Η τζαζ εντάσσεται σε αυτό που λες;
Η τζαζ μου αρέσει. κάποιες στιγμές κάποιοι σολίστες παίζουν σημεία και τέρατα αλλά βγαίνει κάτι αλλόκοτο κι απόκοσμο κι εγώ συγκλονισμένος δεν ένιωσα.
Τι είναι υπερεκτιμημενο για σένα;
Φιουζιον δεν μου αρέσει. οι τζενεσις δεν μου αρέσουν, το αρτ ροκ δεν μου άρεσε ποτέ. Γουεδερ Ριπορτ επίσης συναισθηματικά δεν με καλύπτει. Εγώ περιμένω από την τέχνη να με συγκλονίσει να μου ρίξει μια τσεκουριά στο κεφάλι και να με ρίξει κάτω.αυτό δεν το έχω νιώσει ποτέ από την μουσική αυτή αλλά μόνο από την παραδοσιακή, έχω δακρύσει με παραδοσιακή και στον Μανου Τσαο στη συναυλία στη Θεσσαλονίκη. εσείς το έχετε νιώσει συχνά;
Οι τσεκουριές όχι, συγκίνηση πιο συχνά, ενθουσιασμό ακόμη συχνότερα…
Το θέμα είναι ο,τι κάνει ο καλλιτέχνης να έχει τη δύναμη να συνταράξει κάποιους, την χλιαρότητα την καθημερινή πρέπει να την ξεπεράσουμε. η μουσική ίσα ίσα είναι η πιο σημαντική μορφή ανθρώπινης έκφρασης και πιο πλήρης. έχει έναν ολόκληρο κόσμο από πίσω, δεν χρειάζεσαι τίποτα άλλο και μπορεί να αλλάξει το περιβάλλον γύρω σου. Είναι κριτήριο για μένα αυτό πολύ σημαντικό. η μουσική του φιλιπ γκλας είναι μια μουσική περιβαλλοντική, σαν να μου μιλάει η φύση εκείνη τη στιγμή, ειδικά αν είμαι στο αμάξι. Άλλο κριτήριο για το αν μια μουσική αξίζει η όχι είναι να λειτουργεί σαν ένα δροσερό αεράκι, όπως όταν είμαστε ιδρωμένοι και μας φυσάει ένα αεράκι και μας δροσίζει.
Σχετικά με τον Φιλιπ Γκλας πάντως παραδέχομαι ότι έχει μερικά εξαιρετικά δεκάλεπτα αλλά επίσης και μερικά πολύ βαρετά μισάωρα…
Χεχεχεχε!!!! Ο Γκλας στηρίζει όλη του την μουσική στην επανάληψη, όπως όλοι οι μινιμαλιστες κι είναι επηρεασμένος από πρωτόγονες μουσικές, που χρησιμοποιούσαν την επανάληψη ως έναν τρόπο για να φτάσουν στην έκσταση. Στην Αφρική ας πούμε ή στα Αναστενάρια, όπου η μουσική είναι επαναλαμβανόμενη. Εκεί στηρίζεται.
Υπάρχουν ιερές αγελάδες στην μουσική που δεν πρέπει να τις αγγίζουμε λόγω αξίας -πραγματικής ή αμφισβητούμενης;
Για την ελληνική μουσική. Ο Σαββόπουλος θεωρώ ότι είναι ανώτερος κι από τον Χαζτιδακι κι από τον Θεοδωράκη. Είναι ανώτερος σε όλα τα επίπεδα, μουσική, στίχο. Όλοι όμως αν αναφερθείς σε αυτούς τους δυο, σηκώνουν επανάσταση.
Έχεις τηλεόραση;
Έχω γράψει τραγούδι για την πράξη μου να σπάσω μια τηλεόραση, λες να βλέπω (γέλια); Έσπασα την τηλεόραση της μάνας μου, έχω μια μικρή φορητή μόνο. Τι θα λέω στον κόσμο, ότι έχουμε τηλεόραση μετά το τραγούδι που έγραψα; Μόνο τσαμπιονς λιγκ και ποδοσφαιρικό αγώνα βλέπω. Είναι μια επανάσταση να βγάλεις την τηλεόραση από το σπίτι. Φασισμός μεγαλύτερος από τα φασιστικά καθεστώτα, σε κάνει παθητικό καταναλωτή. Και σε μαγνητίζει κιόλας.
Πες μας την ιστορία για τον Πεχλιβάνη.
Το έγραψα όταν είδα ότι οι δικοί μου ήταν αποσβολωμένοι από την τηλεόραση. Το αυτί είναι δύστροπο σαν όργανο, το μάτι όμως είναι πιο δεκτικό κι ανεκτικό. Οι δικοί μου λοιπόν κόλλησαν με αυτήν κι ιδίως με κάτι σαβούρες σαν τις βραζιλιάνικες σαπουνόπερες. Πολύ αστείο είναι να ηχογραφήσετε ατάκες από τέτοια σίριαλ, το τι πλάκα πέφτει είναι άνευ προηγουμένου. Η γιαγιά μου έχει Αλτζχαιμερ και συζητάει με τους ηθοποιούς που παίζουν. Γύρισα κάποια στιγμή -ήμουν στο στρατό κι είχα καιρό να τους δω- και μπαίνω που λέτε μέσα στο σπίτι λέω γεια, μου λένε ένα ξερό γεια και γυρίζουν στην τηλεόραση ξανά. Κάθισα και σκέφτηκα να ερχόταν ο αέρας από το βουνό να έφερνε μαζί του τα χαλίκια και τα αγκάθια από το βουνό και να τρύπωνε κάτω από την πόρτα και να τα έπαιρνε όλα μαζί του. Η τηλεόραση είναι χρήσιμη για δυο κατηγορίες πληθυσμού: για τους ανήμπορους ηλικιωμένους και για τα ζευγάρια για να μην φαίνεται η ανία που μπορεί να υπάρχει στη σχέση. Το πλέον τραγικό είναι οι γονείς να βάζουν τα παιδιά μπροστά την τηλεόραση για να τους αφήσουν ήσυχους.
Τελικά έσπασε η τηλεόραση;
Ναι ναι! αφού με κοιτούσε η μανά μου και μου έλεγε τι κανείς εκεί; Τι να κάνω ρε μάνα, γράφω το επόμενο σουξέ μου!
Ταινίες όμως βλέπεις. Αγαπημένοι σκηνοθέτες…
Ευρωπαϊκό κινηματογράφο βλέπω κι όχι την αμερικανική χοντροκοπιά άσπρο μαύρο χωρίς τίποτα ενδιάμεσα. Κάποιοι αμερικανοί σκηνοθέτες αξίζουν. Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι μου άρεσε, ο Τζαρμους μου αρέσει. Αγγλικά έργα επίσης, Κεν Λοουτς, Μαικ Λι. Το Χάος των αδελφών Ταβιανι είναι αγαπημένη μου ταινία, γενικά ιταλικό σινεμά. Σε όλες τις ταινίες υπάρχει και καταπληκτική μουσική γι αυτό μου αρέσει. Παζολίνι για την ασέβεια του και Ταρκόφσκι για την ευσέβεια του! Το θέλω και την μαμά σου με συγκλόνισε τώρα τελευταία αλλά και ο κινηματογράφος του Κιαροσταμι.
Γκριναγουει;
Ναι, λόγω της μουσικής του Ναιμαν και άλλων μινιμαλιστων. Έχω και ένα σύστημα στο σπίτι μου και βλέπω ταινίες. Μια άλλη ταινία συγκλονιστική και συνάμα πολύ απλή είναι ο Κλεφτής Των Ποδηλάτων. Εκεί έχω το ίδιο πρόβλημα: πιστεύω ότι όπως η ελληνική μουσική έτσι και το ελληνικό σινεμά έχει να προσφέρει πολύ λίγα πράγματα.
Πέντε αγαπημένες ταινίες.
Χάος των Ταβιανι, Μοντέρνοι Καιροί (παύση να σκεφτεί). Στο Χάος ειδικά έπαιξε ρόλο και η μουσική του Πιοβανι, την ακούω συχνά τα βράδια, μπορεί να ήμουν Ιταλός σε κάποια προηγούμενη μου ζωή.
Σε μια ταινία επιλεγείς ένα καλό σενάριο ή την εικόνα που θα σε συγκλονίσει; Είπες για την αβάσταχτη ελαφρότητα. Διαβάζεις Κουντερα;
Είναι από τους πολύ αγαπημένους μου. Τα πράγματα που αγαπάμε στην ζωή μας είναι αυτά μέσα στα οποία ανακαλύπτουμε δικά μας πράγματα, ταυτιζόμαστε. Εμείς δεν βρήκαμε τον τρόπο να τα εκφράσουμε, έχουμε μάλιστα την εντύπωση ότι είναι δικές μας σκέψεις αποκλειστικά και ξαφνικά τα βλέπουμε γραμμένα με μεγαλύτερη σαφήνεια, ενάργεια και καθαρότητα.Τον θεωρώ πολύ σύγχρονο τον Κουντερα και νομίζω ότι βρίσκεται στο μυαλό των περισσοτέρων μας.
Μετά τον Βασιλιά, την ταινία του Νίκου Γραμματικού, θα έγραφες μουσική για κάποια άλλη ταινία;
Στην αρχή είχα πει δεν θα κάνω μουσική για σινεμά ή θέατρο, με την λογική ότι θα κατευθύνω την μουσική μου κάπου και θα την περιχαρακώσω σε όρια, αλλά τελικά ανακάλυψα ότι σε βοηθάει να βγάλεις πράγματα από μέσα σου που κάτω από άλλες συνθήκες δεν θα τα έβγαζες, είναι σαν να φωτίζεται μια γωνιά της ψυχής σου. Στον επόμενο δίσκο θα έχω αρκετά κομμάτια που έγραψα και την εν λόγω ταινία και για το θέατρο, μεταλλαγμένα βέβαια, αλλά θα υπάρχουν.
Όταν κάθεσαι και γράφεις κι όταν μπαίνεις στο στούντιο που μεσολαβεί, υπάρχουν εκπλήξεις στο τελικό αποτέλεσμα;
Νομίζω ότι η πιο συγκλονιστική στιγμή είναι η στιγμή της γέννησης του έργου, κάτι εκτός καθημερινότητας. Σαν να διαχέομαι ως άνθρωπος και προσεγγίζω το άπειρο. Βαριές κουβέντες, αλλά έτσι είναι. Μπορεί να γίνει και με άλλους τρόπους αυτό να προσεγγίσεις το άπειρο, που το έχουμε απόλυτη ανάγκη ως άνθρωποι, να συναντήσουμε την ολότητα μας. Ο Εριχ Φρομ έλεγε ότι η στιγμή που ο άνθρωπος απέκτησε συνείδηση είναι όταν εξέπεσε από τον Παράδεισο, που λένε και οι θρησκευόμενοι. Η Γνώση και η Συνείδηση επέφεραν την έξωση του από το φυσικό περιβάλλον κι όταν αποκόβεσαι από το φυσικό περιβάλλον ζεις στην Κόλαση.
Η Γνώση δεν μας κάνει ανώτερους;
Σε κάποια σημεία ναι, αλλά μαζί με αυτά έφερε και την γνώση του θανάτου. Δεν υπάρχει άλλος οργανισμός που να γνωρίζει από μικρή ηλικία ότι σε κάποιο σημείο θα πεθάνει αυτός ή τα αγαπημένα του πρόσωπα. Είναι συγκλονιστικό αυτό για εμάς τους ανθρώπους και μας διαφοροποιεί.Με την συνείδηση αυτή λοιπόν έρχεται και μια βαθιά μοναχικότητα, όχι μοναξιά και είναι φοβερό συναίσθημα και προσπαθεί να ξεφύγει από αυτό κάνοντας παρέες ή δημιουργώντας Θεούς, Τέχνη κτλ. Η τέχνη είναι ένας δρόμος. Αυτό κάνω κι εγώ, προσπαθώ να ξεφύγω από την μοναχικότητα μου, χωρίς να το κάνω συνειδητά βέβαια. Θα σου μιλήσω κυρίως για την μουσική γιατί αυτή πηγάζει από τον κόσμο των συναισθημάτων κι όχι από αυτόν της λογικής, τα λόγια έχουν μέσα λογική. Τη στιγμή της μουσικής σύνθεσης παρουσιάζω απώλεια μνήμης, δεν θυμάμαι τι συμβαίνει εκείνη τη στιγμή. Η επόμενη μαγική στιγμή είναι η στιγμή της ηχογράφησης με μουσικούς που ταιριάζεις και μετά η ζωντανή εμφάνιση.
Τι βλέπεις στα μάτια των θεατών όταν είσαι στη σκηνή;
Δεν χρειάζεται να βλέπεις τα μάτια τους, απλά κάτι αιωρείται στην ατμόσφαιρα και ξέρεις εξαρχής αν σήμερα η εμφάνιση σου θα είναι επιτυχημένη ή όχι. Κι από κάτω αν είσαι επίσης το οσφριζεσαι αυτό.Τα συναισθήματα όλων των συντελεστών βγαίνουν στην ατμόσφαιρα. Η ατμόσφαιρα μεταξύ μας είναι το πιο σημαντικό συστατικό σε μια συναυλία μας. Με τα παιδιά από την μπάντα λέμε ότι άπαξ και σταματήσει να βγαίνει αυτό το κέφι που βγαίνει επί σκηνής, θα σταματήσουμε να κάνουμε εμφανίσεις.
Και ξέρεις ποιο είναι το αστείο της όλης φάσης; Μια φίλη που την κάλεσα να έρθει μαζί μου σε μια συναυλία σου μου είπε «Έντεχνος δεν είναι αυτός; Αν είναι σαν τον Μάλαμα, μίζερος θα είναι, άστο καλύτερα».
Όπως είχε πει κι ένας αντιψυχίατρος «Οι λέξεις φυλακίζουν». Εμείς είμαστε έντεχνοι κι οι άλλοι άτεχνοι; Δεν είναι προσβολή αυτό για τους άλλους; Άσε που εγώ δεν είμαι έντεχνος για έναν ακόμη λόγο: δεν ξέρω μουσική και γράφω μουσική με τον πρωτόγονο τρόπο που γράφανε παλιά. Στα λόγια να περνάει η λογιοσύνη μου, αλλά προσπαθώ να το περιορίσω. Αυτοί που μιλάνε για μιζέρια κάνουν λάθος, τα θεωρώ κωμικά ότι είμαι δήθεν σκοτεινός. Είμαι φωτεινός, φωτεινότατος. Τα πιο πολλά τραγούδια μου έχουν γραφτεί με ένα συναίσθημα εξαιρετικής τρυφερότητας για τους ανθρώπους. Κοιτά, η Τέχνη για να είναι επιτυχημένη προϋποθέτει την συμμετοχή του κοινού στα δρώμενα. Έτσι έρχεται και η λύτρωση. Ο άνθρωπος όμως σήμερα, εργαζόμενος με τις σκοτούρες του, δεν θέλει να θυμάται, δεν θέλει πράγματα να τον ταράζουν, θέλει πράγματα που να τον αφήσουν αμέτοχο, ίσα ίσα να περάσουν από τα αυτιά του και να τον χαλαρώσουν. Εμένα δεν με αφορά αυτό. Θέλω η Τέχνη μου να μου θυμίζει τα πράγματα αυτά, ακόμη κι αν είναι δυσάρεστα, μίζερα κατά άλλους. Δεν θέλω κανείς να μου χαϊδεύει τα αυτιά. Οι περισσότεροι αυτό ζητούνε. Χάνουν ένα πολύ μεγάλο Δώρο όσοι δεν ασχολούνται με την Μουσική.
Είπες πριν για τον θάνατο. Δεν σε κόβω για άτομο που να τον φοβάται.
Καλά, ας μην λέμε τίποτα μέχρι να έρθει εκείνη η στιγμή (γέλια). Μάγκες εκ του ασφαλούς είμαστε όλοι. Ασχολούμαι όμως πολύ μαζί του στα τραγούδια μου.
Το τέλος που να σηματοδοτεί μια αρχή;
Δεν είμαι θρησκευόμενο άτομο. Δεν έχω νιώσει το θρησκευτικό συναίσθημα παρόλο που πολλοί νομίζουν ότι είμαι βαθιά θρησκευόμενο άτομο, λόγω των αναφορών στα τραγούδια μου, καλόγεροι κτλ. Και κατηχητικό έχω πάει και παπαδάκι έχω πάει, αλλά από τότε που απέκτησα γνώση. Κι αυτό είναι κάτι που είτε το νιώθεις ή όχι. Ακόμη και στα πιο δύσκολα περιστατικά της ζωής μου δεν το ένιωσα, μπορεί αν συμβεί στο μέλλον κάποια στιγμή, δεν το αποκλείω. Έτσι δεν ξέρω αν η ζωή σταματάει με τον θάνατο ή αν συνεχίζεται, έχω ερωτήματα αναπάντητα μέσα μου κι αυτό βγαίνει στη μουσική μου.
Υπάρχει μεταφυσικό στοιχείο στη μουσική σου; Έτσι ισχυρίζονται πολλοί.
Δεν νομίζω ότι υπάρχει μεταφυσική, μόνο πραγματικότητα, την οποία δεν αντιλαμβανόμαστε ολόκληρη γιατί οι αισθήσεις μας είναι περιορισμένες. Το ηχητικό περιβάλλον ας πούμε, τους υπερήχους ενώ υπάρχουν δεν τους ακούμε, αντιλαμβανόμαστε μόνο ένα κομμάτι του. Κοιτάμε δηλαδή από μια κλειδαρότρυπα και νομίζουμε ότι έχουμε αντίληψη για όλον τον κόσμο γύρω μας. Ότι άλλο συμβαίνει το θεωρούμε μεταφυσικό, δεν είναι έτσι όμως, είναι η πραγματικότητα που εμείς δεν μπορούμε να αντιληφθούμε λόγω περιορισμένων αισθήσεων. Μου αρέσει όμως αυτό το μη κατανοητό, το ακαθόριστο όπως αντίστοιχα και τα ακαθόριστα συναισθήματα, αυτές οι στιγμές που στεφανώνουν τις ζωές μας είναι όταν φεύγει το χαλί κάτω από τα πόδια μας, που δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τι μας συμβαίνει, ευχάριστες ή δυσάρεστες. Γι αυτό υπάρχει η Τέχνη. Η μουσική είναι πιο λυτρωτική από το τραγούδι γιατί σε αντίθεση με το τραγούδι που είναι πιο οξύ και χτυπάει πιο γρήγορα, εκφράζει πιο ακαθόριστα πράγματα.
Ο στίχος σε περιορίζει;
Ναι ασφαλώς γι’ αυτό και πολλά από τα στιχάκια μου είναι δυσνόητα.
Αυτό εννοούσα πριν με την λέξη μεταφυσική: ότι οι στίχοι σου έχουν πολλά επίπεδα ανάγνωσης και κατανόησης.
Ίσως γιατί κι εγώ με πολλά από αυτά εκ των υστερών προσπαθώ να καταλάβω τι έγραψα. Αφού παλιότερα νόμιζα ότι ήμουν βλαμμένος. Ανακάλυψα μετά βέβαια ότι αυτός είναι κι ο στόχος μου, όπως έλεγε κι ο Γκινσμπεργκ. Να γράφω πράγματα και μετά να τα ξαναδιαβάζω για να ανακαλύψω τι έγραψα. Πολλά από αυτά που γράφω φαίνονται ασύνδετα, αλλά παντού υπάρχει μια υπόγεια σύνδεση.
Κοιτάς πίσω καθόλου ή ζεις το παρόν;
Παντού κινούμαι. Εμείς οι άνθρωποι κάνουμε ένα κλασικό λάθος που δεν κάνουν τα μικρά παιδιά: αυτά δεν έχουν ούτε παρελθόν ούτε μέλλον να τους απασχολεί, αυτά είναι που ζουν πραγματικά την ζωή τους, ζουν το παρόν και κάνουν συνέχεια πράγματα και δεν μπορείς να τα περιορίσεις. Αν καταφέρουμε και το κάνουμε αυτό ως μεγάλοι, θα είναι μεγάλη υπόθεση. Το μεγαλύτερο συναίσθημα κατά την γνώμη μου που έχουμε ως άνθρωποι είναι η νοσταλγία της παιδικής ηλικίας.