(Το ποστάρω εδώ για να διευκολυνθούμε..)
Μια βραδιά στον Θανάση Παπακωνσταντίνου
Μόνο για χάρη του...
Της ΝΑΤΑΛΙ ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ
Ο καιρός «τσιμπάει». Φθινοπωρινή υγρασία αλλά, όσο κι αν ο αέρας είναι «Πεχλιβάνης», στο σύγχρονο ελληνικό τραγούδι θα δημιουργούνται απρόβλεπτες εστίες μικρών «Γούντστοκ» από εκείνους τους 18-25 που ανακαλύπτουν συνωμοτικά την καλή μουσική και τη μοιράζονται σε μικρές, χίπι τελετουργίες.
Εσύ νόμιζες ότι δεν υπάρχουν πια; Υπάρχουν, όμως, και κάθονται με μπίρες ή ξαπλώνουν κάτω από τα δέντρα, στο αλσύλλιο του θεάτρου των Αναβρύτων. Του ταιριάζει να το πούμε δάσος απόψε, κατασκότεινο μάλιστα, να φέγγει μόνο η σκηνή κάτω, εκεί όπου οι μουσικοί του Θανάση Παπακωνσταντίνου τζαμάρουν. Πάνω μια κοπέλα, ψηλόλιγνη σκιά, περιμένει, λέει, την «Ανδρομέδα».
Αλλά σειρά έχει η αδισκογράφητη «Περσεφόνη», που όλοι ψιθυρίζουν ότι θα 'ναι «στον καινούργιο του δίσκο». Για την ώρα αναδύεται με τη φωνή τής Φριτζήλα, ως αφιέρωση για μια 100χρονη γιαγιά την οποία συνάντησε ο Παπακωνσταντίνου στις Σέρρες και που όταν τη ρώτησε αν φοβάται τον θάνατο, εκείνη απάντησε: «Πού 'ν' τος;»
Διγενής στο δικό του μουσικό σύμπαν, ο Λαρισαίος τραγουδοποιός αναμετρήθηκε συχνά τα τελευταία χρόνια με τη μεταφυσική ψύχρα της απουσίας. Μετά την ξόρκιζε σε διονυσιακές συναυλίες, όπου εκστασιασμένοι μουσικοί έπαιζαν ελεύθερους αυτοσχεδιασμούς, βακχεύοντας την ελληνική παράδοση ή τις ηλεκτρικές εμμονές τους, ζαλισμένοι από «ιερούς» ατμούς που ποτέ δεν έκρυβαν πως ήταν ουίσκι. Ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου ανακάλυψε πιο αργά το ροκ ή τον αποστειρωμένο κι όμως ενδιαφέροντα ήχο του μινιμαλισμού του Φίλιπ Γκλας. Αλλά ακόμα κι όταν ο ίδιος βαπτιζόταν στα τσίπουρα της Λάρισας κι έφτιαχνε τα υπέροχα τραγούδια ενός ελληνικού, αλλά και τελείως δικού του νεο-φόλκ, ήταν ροκ.
Από τον «Βραχνό προφήτη» άρχισε να διαφοροποιείται από ό,τι είχε κάνει μέχρι τότε, τραγούδια δηλαδή που εξηγούσαν γιατί ο Παπάζογλου ήταν αυτός που μας πρωτοσύστησε τον Λαρισαίο μουσικό. Κάτι τον έτρωγε τον Παπακωνσταντίνου και το έβλεπες. Φωνές συγγενών, εισαγωγές από τηλεοπτικά σίριαλ, το ραδιόφωνο στα βραχέα άρχισαν να εισβάλλουν στον μουσικό του γαλαξία. Η μουσική φόρμα άρχισε να αποδομείται, για να φτάσει εκείνος ο λάτρης της μπουζουκομάνας να επεξεργαστεί τον τελευταίο του δίσκο «Βροχή από κάτω» εξ ολοκλήρου στον κομπιούτερ. Οι στίχοι παρέμειναν ποιήματα, αλλά από τους δημοτικούς συνειρμούς ο χρόνος έφερε τη λογοτεχνία της Ευρώπης πρώτα κι αργότερα έναν πολύ προσωπικό υπερρεαλισμό.
Αστέρας για εκείνους, μουσικούς και κοινό, που έψαχναν πώς μοιάζει το σύγχρονο ελληνικό τραγούδι όταν προχωρεί θαρραλέα στη νέα εποχή, ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου απέκτησε συνάφεια με τον Αγγελάκα και διατήρησε αυτή που είχε με τον Μάλαμα. Συνέχισε να αποδομεί τη μουσική του persona σε κινήσεις που έμοιαζαν παραξενιές: ν' ακούς τον Στόικο και τον Μπασλάμ και τον Μπαντούκ και τον «Τειρεσία» και την «Αγρύπνια» στο θέατρο «Χώρα» χωρίς ποτό δεν λέει.
Η συναυλία στα Ανάβρυτα ήταν το αντίθετο: μια χαρούμενη υπαίθρια αντισυμβατικότητα. Για χάρη του Παπακωνσταντίνου έχουμε, άλλωστε, πρασινίσει τα παντελόνια μας στο γρασίδι του Woomad και στριμώξει τις διαθέσεις μας στα τραπέζια του «Γυάλινου». Για τη «Βάλια Κάλντα», το «Αστρο του πρωινού», το «Αερικό» καθόμαστε και πάνω στο υγρό χώμα. Αλλά αυτά είναι δικές του κατακτήσεις.
Είναι σεβαστό ότι σ' αυτόν τον αγώνα του με τη μουσική καταλυτικό ρόλο έπαιξαν οι σταθεροί του συνεργάτες.
Αλλο, όμως, η γοητεία των απελευθερωμένων μουσικών κι άλλο η «ασυδοσία» ενός εκτροχιασμένου σχήματος: ο Παπακωνσταντίνου έχει ένα ύφος και, όσο κι αν το «πειράζει», αυτό γουστάρει ο κόσμος που πάει να τον ακούσει. Παρεμβολές στην ατμόσφαιρα και στο ύφος, χάριν της συναδελφικής «αλληλεγγύης», πάσες, όπου κάθε μουσικός ερμηνεύει το τραγούδι που θέλει κι όπου, ανάμεσα σε γαϊτανόφρυδες γυναίκες και στυλίτες στα αγαπημένα τους ματόκλαδα, ακούγεται το «Should Ι stay or should i go», είναι σε βάρος της συνολικής αίσθησης. Υπήρχαν στιγμές προχθές που αυτή η μπάντα-παρέα θύμιζε συγκρότημα σε σχολική γιορτή. Η φορά του ανέμου άλλαζε υπέρ των Velvet Underground ή των Clash και εις βάρος της δομής. Μετά ο κόσμος, που βαριόταν εμφανώς αυτά τα «απωθημένα», συσπειρωνόταν ξανά κουπλέ-ρεφρέν. Και ήταν μοναδικό ανάμεσα στα δέντρα να σφυρίζει (βρε, αμάν-αμάν) αέρας «Πεχλιβάνης».
Από τα τέλη Οκτωβρίου ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου, η μπάντα του και η Μάρθα Φριτζήλα θα εμφανίζονται στον «Σταυρό του Νότου».
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 16/09/2006