Καλώς ήλθατε,
Επισκέπτης
|
|
Θανασης Παπακωνσταντινου - Μαρθα Φρι-τσιλα νεο σιντι σινγκλ με τιτλο \" μαυρη\" <br><br>Το μήνυμα διορθώθηκε από τον/την: Jean Marinaque, στις: 09/05/2007 16:17
|
Ο διαχειριστής έχει απενεργοποιήσει τη δημόσια πρόσβαση σύνταξης.
|
|
πολυ ευστοχο, όλοι σε επιφυλακή, κάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας
|
ni dieu, ni maitre
Ο διαχειριστής έχει απενεργοποιήσει τη δημόσια πρόσβαση σύνταξης.
|
|
Η Λύρα που αγαπήσαμε
Του ΣΤΕΛΙΟΥ ΕΛΛΗΝΙΑΔΗ Μπαίνοντας στο νεοκλασικό της Κριεζώτου 11, στο υπογάστριο του Κολωνακίου, άφηνα το τυλιγμένο πανό στο στενό προαύλιο πίσω από την καγκελένια πόρτα, για να το χρησιμοποιήσω στην απογευματινή διαδήλωση στα Προπύλαια. Ν. Καρύδης, Κ. Κουν, Μ. Μερκούρη, Αλ. Πατσιφάς Ο Πατσιφάς δεν έλεγε κουβέντα, ούτε ο Μαραβέλιας στο εμπορικό τμήμα στον κάτω όροφο, ούτε βέβαια ο υπεύθυνος της αποθήκης, ο Ασωνίτης, που είχε φάει καμιά εικοσαριά χρόνια στις εξορίες. Στη Λύρα οι ιδέες ήταν πάντα ελεύθερες. Πριν ακόμα ενταχθώ στο δυναμικό της, διάβαζα με δέος τα δελτία τύπου που ο Τάσος Φαληρέας και ο Πέτρος Μοροζίνης, ο ποιητής, έγραφαν για τον Φρανκ Ζάπα, τον Τζον Λι Χούκερ, τον Λόρκα και τον Ελύτη, αναλύοντας τα πνευματικά και καλλιτεχνικά ρεύματα με πρωτότυπο και διεισδυτικό τρόπο, στριμωγμένοι σε δυο μικρά γραφεία σ' ένα στενό, πολύ στενό δωμάτιο του πρώτου ορόφου. Μ' αυτούς ως πρότυπα, συνέχισα από το 1972 την παράδοση να διαλέγω τους προς έκδοσιν δίσκους με ποιοτικά κριτήρια, χωρίς το βραχνά της εμπορικότητας, αφού ο Πατσιφάς ποτέ δεν μας έκανε παρατήρηση για τις πωλήσεις, ενώ καμιά φορά μας ειρωνευόταν για την ποιότητα των επιλογών μας. Αν και είχε άγχος με τα οικονομικά, με δεδομένο ότι η Λύρα ήταν η μικρότερη από τις μεγάλες εταιρείες, έδινε προτεραιότητα στις κοινωνικοαισθητικές επιλογές του. Και με το ίδιο σκεπτικό δούλευε όλη η παραγωγή, υπό το άγρυπνο βλέμμα της Κατερίνας Γεωργή και τις συνετές συμβουλές του Τάκη Τσίρου. Γι' αυτό κι εμείς ψάχναμε για λύσεις. Ο «οικότροφος» Διονύσης Σαββόπουλος Οταν με τον Τάσο ακούσαμε την κασέτα που μας έφερε ο νεοαφιχθείς στην Αθήνα Ασιμος, με πρόχειρα ηχογραφημένα τραγούδια του, είπαμε στον Πατσιφά ότι θα δώσουμε μια ευκαιρία σε μια «ενδιαφέρουσα περίπτωση». Και αφού εισπράξαμε μια γκριμάτσα που δεν σήμαινε ούτε ναι ούτε όχι, διαλέξαμε τον «Μηχανισμό» και τον «Ρωμιό» για ένα σαρανταπεντάρι, και βάλαμε τον Νικόλα στο στούντιο, διαθέτοντάς του, σιωπηρά, ακόμα και πνευστά, που ήταν πιο ακριβά από τα βασικά όργανα. Ισως το γεγονός ότι ο Πατσιφάς ήταν αστός, να διευκόλυνε την έκδοση δίσκων με περιεχόμενο που εθεωρείτο ανατρεπτικό. Μάλιστα, πολλές φορές, τηλεφωνούσε ο ίδιος στον Ανδρέα Χατζηαποστόλου, που εργαζόταν στο υπουργείο Προεδρίας, και ασκούσε πιέσεις, άλλοτε με γλυκό κι άλλοτε με οργισμένο ύφος, για να περάσει κάποιο τραγούδι απ' τη λογοκρισία. Στ. Κραουνάκης, Β. Μοσχολιού Οταν αποφάσισε να προχωρήσει στην ηχογράφηση ενός κύκλου τραγουδιών τού μουσικολόγου καθηγητή από το Φράιμπουργκ Αργύρη Κουνάδη σε στίχους του Βαγγέλη Γκούφα, ήξερε πολύ καλά περί τίνος επρόκειτο, από τον τίτλο του δίσκου «Δεν περισσεύει υπομονή» ώς το τραγούδι «Εις μνημόσυνον» που αναφερόταν υπαινικτικά στον Νίκο Μπελογιάννη. Και τον στήριξε με δύο σπουδαίες τραγουδίστριες, τη Σωτηρία Μπέλλου και την Ελένη Βιτάλη. Για να μην αναφερθώ καθόλου στον Διονύση Σαββόπουλο που ήταν «οικότροφος», αλλά και μόνιμος «μπελάς» με τους αλληγορικούς στίχους του. Η Λύρα ήταν ένα εργαστήρι πολιτισμού, που καθημερινά, χωρίς ραντεβού, μπαινοβγαίνανε δημιουργικοί άνθρωποι. Το ιδανικό πανεπιστήμιο. Με τον πρόωρο θάνατο του Πατσιφά διαταράχτηκαν οι λεπτές ισορροπίες, παρ' όλες τις φιλότιμες προσπάθειες του Κυριάκου Μαραβέλια που ανέλαβε να κρατήσει τη Λύρα στον ίδιο δρόμο, χρίζοντας και τον Σαββόπουλο καλλιτεχνικό διευθυντή ώς την αποχώρησή του, που μαζί με τις μετεγγραφές της Γλυκερίας, της Αρλέτας και της Ελευθερίας Αρβανιτάκη, αποδυνάμωσαν εμπορικά την εταιρεία. Η ανάληψη του κουμάντου από τον νέο αλλά καλλιεργημένο υιό Μαραβέλια, έδωσε νέα παράταση ζωής στη φυσιογνωμία της Λύρας, με υπεύθυνο παραγωγής σήμερα την Ντόρα Ρίζου. Ηδη όμως, οι συνθήκες στη δισκογραφία άλλαζαν δραματικά, καθιστώντας αναπόφευκτο, όπως φαίνεται από τις εξελίξεις, το μελλοντικό κλείσιμο ή τη σημερινή μεταβίβαση. Η άνευ κανόνων εισβολή της ιδιωτικής τηλεόρασης από το '90, δεν ευνόησε τη Λύρα, η οποία ήδη δεχόταν ασφυκτικές πιέσεις από τις πολυεθνικές που είχαν αποσπάσει τη μερίδα του λέοντος από την πίτα της αγοράς. Η Λύρα δεν μπορούσε να προσφέρει τις μεγάλες προκαταβολές και τα διαφημιστικά πακέτα με τα οποία οι ξένες εταιρείες δελέαζαν τους πιο «ευπώλητους» καλλιτέχνες της, ούτε να «υιοθετήσει» κάποιο από τα ρεύματα της εποχής, ποπ-λαϊκοπόπ-σκυλάδικο-κ.ά. Η δισκογραφική αναβίωση του ρεμπέτικου στους κόλπους της Λύρας, με τη σειρά δίσκων της Μπέλλου και την Ρεμπέτικη Κομπανία το '75, και η παρέμβαση της μεγάλης παρέας Σαββόπουλου, Ξυδάκη, Ρασούλη, Παπάζογλου, Σιμώτα, Κυριτσόπουλου και αδελφών Κοντογιάννη, που γέννησε την «Εκδίκηση της γυφτιάς» και το ρεύμα του «νεολαϊκού» τραγουδιού, δεν είχε αντιστοιχίες. Οι ηχογραφήσεις της λόγιας μουσικής (από Σκαλκώτα, Καλομοίρη, Κωνσταντινίδη έως Βρόντο, Γρηγορίου και Κουμεντάκη), πολύ τιμητικές για τους εμπνευστές της σειράς, αλλά για πολύ εξειδικευμένο κοινό. Η εξαγορά της εταιρείας Music Box, με λαϊκό ρεπερτόριο από την εποχή του Γαβαλά και του Αγγελόπουλου, ήταν μια σημαντική κίνηση, που δεν μπορούσε όμως μακροπρόθεσμα να σώσει το σύνολο, παρ' όλο που ο Δημήτρης Κάππος πέτυχε να βάλει αρκετές φορές τον «δύσκολο» Καζαντζίδη στο στούντιο. Και δεν μπορούσε γιατί οι γενικότερες αλλαγές έτρεχαν γρηγορότερα. Τα «πρέμιουμ», η έναντι ευτελούς τιμήματος διανομή δεκάδων εκατομμυρίων αντιτύπων τού νέου φορέα ήχου μέσω εφημερίδων, περιοδικών, ακόμα και πασχαλινών αρνιών, στο δεύτερο μισό της δεκαετίας τού '90, προκάλεσε κορεσμό στην πελατεία, εξάντλησε τους πλούσιους καταλόγους των εταιρειών και, κυρίως, απαξίωσε το CD. Σε συνδυασμό με την πειρατεία, μέσω διαδικτύου και έγχρωμων «πλασιέ», το νόμιμο CD έχασε κάθε αξία (αν και πολύ ακριβό), ως προϊόν, ως φετίχ και ως δώρο. Με εξαιρετικά χαμηλά ποσοστά κέρδους, αλλά ζεστό μετρητό, η δισκογραφία αυτοκτονούσε ομαδικά, συμπαρασύροντας και τη Λύρα, η οποία είχε να αντιμετωπίσει και πιο «δικά της» προβλήματα. Στέγη στους νέους δημιουργούς Χωρίς νέα ποιοτικά μουσικά ρεύματα και με «τα ανήσυχα πνεύματα» των προηγούμενων δεκαετιών σε απόσυρση ή σε επιδίωξη συνεργασιών με τους ισχυρούς παίκτες τού νέου ραδιοτηλεοπτικού-δισκογραφικού μπλοκ, η Λύρα απέκτησε και πρόβλημα ρεπερτορίου, που δεν μπορούσαν να το καλύψουν ποσοτικά οι εξαίρετοι και «ιδιόρρυθμοι» πιστοί, σαν τους Χειμερινούς Κολυμβητές, τον Σωκράτη Μάλαμα, τη Μαριώ και τον Νίκο Παπάζογλου, που δεν μπαίνουν πολύ τακτικά στο στούντιο. Παρ' όλ' αυτά, η Λύρα εξακολούθησε να προσφέρει στέγη σε νέους δημιουργούς που αισθάνονται πιο άνετα σε ένα βιοτεχνικό και «βιολογικό» περιβάλλον, όπως ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου, η Σαββίνα Γιαννάτου και η Ομαδική Απόδραση του Δημήτρη Οικονομάκη. Επιπλέον, το είδος του ρεπερτορίου της εταιρείας δεν της επέτρεπε να επωφεληθεί από τη χρήση νέων τεχνολογιών που δημιουργούν έσοδα, όπως τα ringtones. Ο Πάνος Μαραβέλιας είχε αρνηθεί στο παρελθόν προτάσεις για εξαγορά της Λύρας από τις πολυεθνικές, αλλά το μέλλον της δισκογραφίας διαγραφόταν γκρίζο. Ισορροπώντας σε τεντωμένο σχοινί για μεγάλο χρονικό διάστημα, αυξάνονταν οι πιθανότητες πτώσης. Και όμως, η πώληση της εταιρείας έπεσε σαν βόμβα στις ψυχές μας. Μετά τον Πατσιφά, έχανε τώρα και την ανεξαρτησία της. Η Λύρα δεν ήταν μια συνηθισμένη εταιρεία δίσκων. Ηταν αυτό που κανένα υπουργείο Πολιτισμού ή Παιδείας δεν μπορεί να αντιληφθεί. Απροστάτευτη και απελπιστικά μόνη. Γιατί η Λύρα ήταν απόρροια του ελληνικού διαφωτισμού, της μεγάλης αυτής κίνησης για τη δημιουργία ενός σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού, που προηγείται σαν αντίληψη, αλλά και τρέχει παράλληλα με τη διαμόρφωση του ελληνικού κράτους, άλλοτε σε σύμπλευση κι άλλοτε σε σύγκρουση. Η Λύρα που, πιάνοντας το νήμα από τη γενιά του '30 και εγγράφοντας Εγγονόπουλο, Εμπειρίκο, Ελύτη, Ρίτσο, Χριστιανόπουλο κ.ά., με εξώφυλλα Μόραλη, Βασιλείου, Μυταρά, Τάσσου, Μποστ, Φασιανού, Σταθόπουλου, Ακριθάκη κ.λπ., χτίζει ένα ολόκληρο «σώμα» με σύγχρονους τραγουδοποιούς, από τον Χατζιδάκι και τον Μαμαγκάκη ώς τον Σαββόπουλο και τον Ξυδάκη, μαζί με Σπανό, Χουλιάρα, Βίρβο, Γλέζο, Μαυρουδή, Πλέσσα, Παπαδόπουλο, Δασκαλόπουλο, Κακουλίδη, Ιατρόπουλο, Μούτση, Ρασούλη, Αργύρη Μπακιρτζή και ουκ ολίγους άλλους. Θέτοντας τον συλλογισμό μου υπόψη του, ο Διονύσης Σαββόπουλος εύστοχα επισημαίνει ότι «δεν διηγούνται μόνον οι καλλιτέχνες ένα μύθο. Τον διηγούνται και οι επιχειρηματίες κάποτε. Η μυθολογία του Πατσιφά ήταν: είμαστε εκείνοι που φτιάξαμε και στηρίξαμε τους ποιητές, τη νεοελληνική ζωγραφική και το θέατρο. Είμαστε εκείνοι που στήριξαν και διεύρυναν τη δημοκρατία και αυτές οι αξίες πρέπει να μεταφερθούν στον καινούργιο χώρο που ονομάζεται νεοελληνικό τραγούδι και δισκογραφία. Αυτά σκεφτόταν ο Αλέξανδρος Πατσιφάς από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Πράγματι, ήταν παιδί του ελληνικού διαφωτισμού». Αυτή την εταιρεία ανακοίνωσε ξαφνικά ότι αγόρασε ο Κώστας Γιαννίκος, των Modern Times, της Legend και του Alter. Και τώρα, όλοι αναρωτιούνται: Σε κακά χέρια η Λύρα; Ισως ναι, ίσως όχι. Γιατί ο Γιαννίκος προέρχεται από το χώρο της δισκογραφίας επί εποχής Τάκη Β. Λαμπρόπουλου και γιατί, στο παρελθόν επιχειρηματίες που κέρδιζαν χρήματα από πιο ταπεινές πηγές, φρόντιζαν να αφήσουν πίσω τους σπουδαίες κληρονομιές, έργα, ιδρύματα, βιβλιοθήκες και σχολεία. Ελπίζομεν. 7 - 13/05/2007 Από την Ελευθεροτυπία... |
Overhead the albatros hangs motionless upon the air and deep beneath the rolling waves in labyrinths of coral caves.....
Ο διαχειριστής έχει απενεργοποιήσει τη δημόσια πρόσβαση σύνταξης.
|
Η Udjat Team ευθύνεται για τη δημιουργία αυτής της ιστοσελίδας.
The Udjat Team is responsible for weaving this site.
Αν σας ενδιαφέρει η επικοινωνία μαζί μας, δοκιμάστε το παρακάτω email:
If you are interested in contacting us, please use the email address below: