Συνέντευξη στο Β' πρόγραμμα της ΕΡΑ
Τραγούδι: «Πέντε Μάγκες» - Α. Καλυβόπουλος (Γιοβάν Τσαούς)
Γ.Τ.: Θα επιμείνεις ως το τέλος, στην εκπομπή με την παρουσία σου να μη ακουστούν καθόλου δικά σου τραγούδια;
Θ.Π.: Εννοείται, ναι, αφού το είπαμε, και…
Γ.Τ.: Θα πρέπει ίσως να πούμε μια δικαιολογία για όσους θεωρούν αυτονόητη μια τέτοια συνύπαρξη.
Θ.Π.: Κοίταξε, να δικαιολογήσω γιατί δεν θέλω να ακούσουμε τραγούδια δικά μου? Εεεε, αυτό νομίζω ότι πρέπει να συμβαίνει και με άλλους. Γιατί βλέπω ότι όταν τελειώνω, δισκογραφώ κάποια τραγούδια, δεν θέλω να τα ακούσω για τουλάχιστον τρία τέσσερα χρόνια μετά. Πώς είναι, ξέρεις, η γέννα η δύσκολη που μετά η μάνα δεν θέλει να δει καν το παιδί της, κάπως έτσι. Δεν θέλω δηλαδή, νοιώθω δυσφορία όταν ακούω δικά μου τραγούδια. Πέρα απ΄το ότι, όπως σου είχα πει στο τηλέφωνο νοιώθω σαν να ισχύει το Γιάννης κερνάει και Γιάννης πίνει.
Γ.Τ.: Τις επόμενες δύο ώρες θα τις περάσουμε στο 2ο Πρόγραμμα ακούγοντας τραγούδια που διάλεξε ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου και κουβεντιάζοντας μαζί του για αυτά και άλλα. Γιώργος Τσάμπρας στο μικρόφωνο, Τάσος Γεωργακόπουλος στον ήχο. Λόγο στο λόγο σήμερα με τον Θανάση Παπακωνσταντίνου, πάντα με γνώση πως… (τα πάντα ρει)
Ακολουθεί τραγούδι: «Ψεύτικος είναι ο ντουνιάς» - Μάρκος Βαμβακάρης (Μ. Βαμβακάρη)
Γ.Τ.: Να σε ρωτήσω αρχικά για την σχέση σου με τους παλιούς ρεμπέτες, τον Γιοβάν Τσαούς, τον Μάρκο Βαμβακάρη;
Θ.Π.: Νομίζω ότι είναι από τα πιο σπουδαία πράγματα που έχουν συμβεί στην Ελληνική Μουσική. Οι σημερινοί, βάζω και τον εαυτό μου μέσα, υπολειπόμαστε κατά πολύ. Ε, νομίζω ότι χτυπάει κατευθείαν στην καρδιά…
Γ.Τ.: Πως τους γνωρίζεις εσύ, αυτούς;
Θ.Π.: Πως τους γνώρισα; Είναι αλήθεια, ότι όταν ήμουνα έτσι σε μικρή ηλικία, και άκουγα, τότε που ρουφάμε, ας πούμε έτσι, ασύστολα όλα τα ακούσματα, τότε ακουγότανε κομμάτια, που θα δούμε και παρακάτω, του Άκη Πάνου του Καλδάρα. Τα ρεμπέτικα τα γνώρισα μάλλον αργότερα, και μπορώ να πω όταν ο πρώτος δίσκος που έτσι μου έκανε εντύπωση και με έστρεψε στο ρεμπέτικο ήτανε τα «Μπλε Παράθυρα» με την Ρεμπέτικη Κομπανία, που άκουσα.
Γ.Τ.: Ο τρόπος που τραγουδάς ο ίδιος έχει στοιχεία από την μαθητεία σου στους ρεμπέτες;
Θ.Π.: Δεν το ξέρω Γιώργο. Δεν παρατηρώ τον εαυτό μου, να σου πω την αλήθεια. Δεν κάνω αυτοπαρατήρηση. Μπορεί να υπάρχει, δεν ξέρω. Περισσότερο θα έλεγα ότι μοιάζει ο τρόπος που κάνω τα τραγούδια, γιατί κατά κάποιο τρόπο και εγώ δεν έχω θεωρητικές γνώσεις πάνω στη μουσική. Δουλεύω με τον τρόπο των Βησιγότθων, δηλαδή τελείως πρωτόγονα και ακατέργαστα…
Γ.Τ.: Κρατάς τον τρόπο, αλλά όχι τις συγκεκριμένες μουσικές αναφορές.
Θ.Π.: Όχι, όχι… Καλά δεν με ενδιαφέρει κιόλας να αναμασήσω πράγματα… Με ενδιαφέρει να… Απ΄ όλα παίρνω, νομίζω ότι ο δημιουργός είναι όπως η μέλισσα που πηγαίνει σε πολλά λουλούδια διαφορετικά, αλλά κάνει το δικό της μέλι.
Ακολουθεί τραγούδι: «Τα δυο σου χέρια πήρανε» Γρηγόρης Μπιθικώτσης - (Μ. Βαμβακάρη), «Κάνε λιγάκι Υπομονή» Σωτηρία Μπέλλου - (Β. Τσιτσάνη)
Γ.Τ.: Γιοβάν Τσαούς, Μάρκος Βαμβακάρης, Βασίλης Τσιτάνης επιλογές στα τραγούδια του Θανάση Παπακωνσταντίνου, ο οποίος είναι εδώ. Η σχέση σου με την μουσική Θανάση, είναι περισσότερο σχέση ακροατή, παίκτη ή δημιουργού; Δηλαδή σ’ αρέσει απλά να ακούς τα τραγούδια, σ΄ αρέσει να τα παίζεις ή ακόμα και να επεμβαίνεις σε ένα κομμάτι.
Θ.Π.: Εννοείς από αυτά, τα παλιά, τα ρεμπέτικα-λαϊκά, αυτό εννοείς;
Γ.Τ.: Ναι, ναι, σε ρωτάω με δεδομένο ότι κάποια από αυτά τα παίζεις και ο ίδιος.
Θ.Π.: Ναι. Σαφώς και μ΄ αρέσει και να τα ακούω αλλά ακόμα περισσότερο να παίζω όσα μπορώ τέλος πάντων… γιατί δεν είμαι και κανένας καλός οργανοπαίχτης. Επειδή ακριβώς είναι κομμάτια κυρίως διονυσιακά θα έλεγα, που μπορούν να οδηγήσουν σε γλέντι και σε έκσταση μου αρέσει να παίζω. Θυμάμαι ότι τουλάχιστον όσο έβγαινα με τους φίλους και έπαιζα, παίζαμε τέτοια τραγούδια.
Γ.Τ.: Τον ρόλο του ακροατή τον έχεις κρατήσει σε ότι αφορά την μουσική.
Θ.Π.: Ε βέβαια, εννοείται. Για ΄μένα είναι μια απόλαυση να κάθομαι σπίτι και να ακούω, χωρίς να κάνω κάτι άλλο.
Γ.Τ: Υπάρχει για σένα διαχωρισμός ανάμεσα στο λόγο και στη μουσική;
Θ.Π.: Στο λόγο, τι εννοείς;
Γ.Τ: Στα λόγια του τραγουδιού.
Θ.Π.: Δεν ξέρω αν καταλαβαίνω καλά την ερώτηση, η απάντηση μου πάντως είναι ότι επειδή γενικά θεωρώ ότι όσο πιο πολύ σαν ακροατής βάζεις τον εαυτό σου μέσα τόσο μεγαλύτερη είναι η λύτρωση που περιμένουμε από την τέχνη και η συγκίνηση νομίζω ότι πιο απελευθερωτική είναι η μουσική, χωρίς λόγια.
Γ.Τ: Να υποθέσω ότι και ο ίδιος νοιώθεις περισσότερο άνθρωπος της μελωδίας παρά του λόγου;
Θ.Π.: Δεν ξέρω, δεν ξέρω, γιατί βλέπεις ότι κάνω και τραγούδια, κάνω και μουσικές και τραγούδια.
Γ.Τ.: Ναι, εγώ θα φανταζόμουν ότι ξεκινάς από τον λόγο συνήθως.
Θ.Π.: Δεν ξέρω, δεν θα έλεγα. Η μουσική επειδή στηρίζεται στο συναισθηματικό χάος που έχει ο καθένας μέσα του, είναι και πιο απύθμενη, ενώ ο λόγος, κατά την γνώμη μου, έρχεται κάποια στιγμή που στερεύει. Ότι είναι να πεις, το λες κάποια στιγμή. Και έτσι μπορώ να πω ότι είμαι πιο κοντά στην μουσική. Από την άλλη μεριά βέβαια αναγνωρίζω ότι ο λόγος κάνει πολύ πιο ευθύβολο το τραγούδι, δηλαδή το στέλνει κατευθείαν στην καρδιά.
Ακολουθεί τραγούδι: «Φέρτε μια κούπα με κρασί» Πόλυ Πάνου - (Α. Καλδάρα)
Γ.Τ: «Φέρτε μια κούπα με κρασί», του Απόστολου Καλδάρα με την Πόλυ Πάνου, επιλογή του Θανάση Παπακωνσταντίνου. Αλήθεια, ο τρόπος έκφρασης του Μάρκου, του Τσιτσάνη, του Καλδάρα, πιστεύεις ότι έχει εκλείψει πια απ΄ την Δισκογραφία; Θα ήθελες να έχεις γράψεις ένα Ζεϊμπέκικο σαν το «Φέρτε μια κούπα με κρασί» ή σαν το «Μες την πολύ σκοτούρα μου».
Θ.Π.: Εννοείτε, αυτά είναι ζεϊμπέκικα του Θανάτου ας πούμε και ζεϊμπέκικα που δεν θα μπορούσε να τα χορέψει κάποιος από τους σημερινούς ψευτόμαγκές που χορεύουν σαν να κάνουν γυμναστικές επιδείξεις. Είναι ζεϊμπέκικα που θέλει…
Γ.Τ.: Τι είναι αυτό που μας κάνει να τα εκτιμάμε τόσο πολύ αυτά τα τραγούδια αλλά να μην μπορούμε να γράψουμε σαν αυτά;
Θ.Π.: Δεν τα ξέρω όλα Γιώργο… (γέλια)… Δεν ξέρω.
Ακολουθεί τραγούδι: «Κλάψε σήμερα καρδιά μου» Στέλιος Καζαντζίδης - (Β. Τσιτάνη)
Γ.Τ.: Αυτό το τραγούδι, «Κλάψε σήμερα καρδιά μου», Τσιτσάνης - Καζαντζίδης.
Θ.Π.: Καζαντζίδης. Δεν ξέρω… μου αρέσει πάρα πολύ εδώ η ερμηνεία του Καζαντζίδη.
Ακολουθεί τραγούδι: «Ήταν Ψεύτικα» Στράτος Διονυσίου - (Άκης Πάνου)
Γ.Τ: Τα πάντα ρει. Γιώργος Τσάμπρας στο μικρόφωνο, Τάσος Γεωργακόπουλος στον ήχο. Λόγο στο λόγο σήμερα με τον Θανάση Παπακωνσταντίνου και με δικές του επιλογές από πλευράς τραγουδιών. «Ήταν ψεύτικα» του Άκη Πάνου με τον Στράτο Διονυσίου. Φτάνουμε πια στην εποχή δηλαδή που αρχίζεις να διαλέγεις με βάση τις δικές σου εμπειρίες…
Θ.Π. Εεε, κυρίως δεν διαλέγω με βάση τις εμπειρίες μου… το τι θα ακούσω? Τίποτα, αφήνω ανοιχτή την ψυχή μου και ότι μπει μέσα και σκαλίσει, αυτό το κρατάω.
Γ.Τ: Ακούγοντας αυτά τα τραγούδια σήμερα, και ο ίδιος λειτουργώντας ως δημιουργός με τον τρόπο που λειτουργείς, πως νιώθεις;
Θ.Π.: Κατ΄ αρχήν νιώθω ταπεινότητα μεγάλη, γιατί συγκρίνω και βλέπω σημαντική διαφορά. Νομίζω ότι, το είπα και πριν βέβαια, ότι σαν να μην είμαστε σήμερα έτσι στο ίδιο επίπεδο.
Γ.Τ.: Από ποια άποψη;
Θ.Π.: Εεεε… και από την άποψη της σύνθεσης, κυρίως, όχι όσον αφορά τον λόγο. Νομίζω ότι σήμερα ο λόγος είναι πιο σύγχρονος και μπορεί να αγγίξει περισσότερο τους σημερινούς ανθρώπους. Κυρίως, όσον αφορά την σύνθεση, την μουσική, την ένταση που βγαίνει μέσα από το κομμάτι και τον τρόπο του τραγουδίσματος, δηλαδή βρίσκω και μεγάλο πρόβλημα στους σημερινούς τραγουδιστές. Δεν μπορούν να τραγουδήσουν έτσι.
Γ.Τ.: Από πλευράς πάθους;
Θ.Π.: Ναι, ναι… Δεν ξέρω, κάτι γίνεται. Ίσως να φταίει το ότι σήμερα δεν έχουν ταπεινότητα. Θεωρούν ότι, την ώρα που τραγουδάνε, ακούς και κάτι άλλο, ακούς ότι κοιτάξτε με, εγώ τραγουδάω τώρα, είμαι τραγουδισταράς ή τραγουδίστρια μεγάλη. Ενώ νομίζω η Πόλυ Πάνου, ο Στράτος Διονυσίου, ο Καζαντζίδης, η Σωτηρία Μπέλλου, ήταν πιο ταπεινές. Ξέρανε ότι υπηρετούνε το τραγούδι… και μάλιστα ήταν τυχεροί οι συνθέτες που είχαν τέτοιες φωνές τότε.
Ακολουθεί τραγούδι: «Βαθιά στη θάλασσα θα πέσω» Μάρκος Βαμβακάρης - (Μ. Βαμβακάρη)
Γ.T.: Μάρκος Βαμβακάρης σε μια ζωντανή ηχογράφηση από τις αρχές τις δεκαετίας του εξήντα. Και εν ξέρω αν ήταν τυχαίο, ήταν και δεν ήταν τυχαίο, ότι κάνουμε αυτή τη συζήτηση μεταξύ Μάρκου Βαμβακάρη και Νίκου Ξυλούρη που ακολουθεί, αυτή τη συζήτηση για τους ερμηνευτές του Ελληνικού Τραγουδιού, τότε και τώρα. Είχες μια συγκεκριμένη εμπειρία βέβαια, εκτεταμένη, χρησιμοποιώντας μία τραγουδίστρια συγκεκριμένη. Αμέσως μετά αφού έκανες 2 δίσκους με την Μελίνα Κανά, διάλεξες ένα πιο προσωπικό, πιο εσωτερικό δρόμο, πώς να το πω;
Θ.Π.: Δεν ξέρω, τυχαία γίνονται αυτά. Ξέρεις… είναι όπως… νομίζω στην ζωή μας λειτουργούμε όπως συμβαίνει με την βροχή που πέφτει στο χώμα… τώρα βέβαια εσείς εδώ στην Αθήνα δεν ξέρετε και πολύ απ΄ αυτά (γέλια), δύσκολα συναντάτε χώμα… λοιπόν πέφτει στο χώμα και όπου βρίσκει πιο ελαφρύ το χώμα και μπόσικο, εκεί κάνει και τα ρυάκια του. Νομίζω ότι έτσι είναι και η πορεία μας στην ζωή. Όπου βρίσκουμε μπόσικο το χώμα, εκεί πάμε. Οπότε δεν το έκανα συνειδητά. Έτσι μου βγήκε από μέσα αυτή η αλλαγή πορείας κατά κάποιο τρόπο, που στην ουσία δεν είναι αλλαγή… Ο ίδιος ομφάλιος λώρος υπάρχει.
Γ.Τ.: Δεν θα μου πεις όμως ότι δεν φοβήθηκες και λίγο, για να χρησιμοποιήσω και μια δική σου έτσι έκφραση ότι «Ο εξαντλητικός χώρος της δισκογραφίας μπορούσε λέει να σου στερήσει την ανιδιοτέλεια προκειμένου να παραμείνεις καιόμενη βάτος»… δικό σου κείμενο είναι αυτό.
Θ.Π.: Ναι, ναι… Γι΄ αυτό δεν πρέπει να γράφουμε και να λέμε πολλά… (γέλια) Όχι, είναι αλήθεια. Κατά την γνώμη μου αυτό το περιφρούρησα γιατί είχα και την τύχη να κάνω μια άλλη δουλειά, οπότε δεν ζούσα από την μουσική, αυτό με βοήθησε πάρα πολύ να παραμείνω καιόμενη βάτος. Συνεχίζω νομίζω να είμαι έτσι, και αν κάποια στιγμή δω ότι αλλάζει το πράγμα και πλέον δεν έχει αυτή την ένταση θα πρέπει να έχω την οξύνοια να σταματήσω…
Ακολουθεί τραγούδι: «Πώς να σωπάσω» Νίκος Ξυλούρης - (Σ. Ξαρχάκου), «Όλα σε θυμίζουν» Χαρούλα Αλεξίου - (Μ. Λοΐζου)
Γ.Τ.: Ο Νίκος Ξυλούρης που ακούσαμε νωρίτερα είναι μια φωνή, που ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου, κάποτε φανταζόταν λέει στα τραγούδια του, έτσι μου είχε πει σε μια παλαιότερη…
Θ.Π.: Ναι, θα ήθελα να είχε τραγουδήσει, ας πούμε, τραγούδια μου…
Γ.Τ: Με τον Μάνο Λοΐζο παραλίγο να συνεργαστείτε επίσης.
Θ.Π.: Στην ουσία είχαμε συνεργαστεί, απλά δεν ευδοκίμησε στο τέλος γιατί δυστυχώς πέθανε, όπου εγώ ήμουνα ο στιχουργός και αυτός έγραφε τις πολύ ωραίες μουσικές που ακούμε… Αλλά, από την άλλη μεριά, δεν ξέρω αν στο είχα πει, κοιτάζοντας τα στιχάκια που του είχα δώσει, αντιλήφθηκα ότι δεν ήτανε καλά, και ίσως ευτυχώς που δεν βγήκε αυτή η δουλειά. Δεν ξέρω αν το θυμάσαι αυτό…
Γ.Τ.: Ναι, το θυμάμαι και αυτό και μάλιστα είναι ίσως η επόμενη ερώτηση που ήθελα να σου κάνω. Πάντα μπαίνεις σε μια κριτική απέναντι και στην δική σου δουλειά, και κυρίως απέναντι στην δική σου δουλειά, νομίζω ότι λίγο πολύ, αν κάτσουμε τώρα και συζητήσουμε για τους δίσκους σου, για όλους θα μου βρεις ψεγάδια, θα μου βρεις…
Θ.Π.: Ναι, με τον ίδιο τρόπο λειτούργησα και στο μεγάλωμα των παιδιών μου. Ποτέ δεν ήμουνα ξέρεις ακραία υποκειμενικός, να βλέπω ότι τα δικά μου παιδιά είναι τα καλύτερα παιδιά που υπάρχουν, ήμουνα πάντοτε, θα έλεγα σκληρός απέναντι τους.
Γ.Τ.: Δεν υπάρχουν όμως και πράγματα για τα οποία αισθάνεσαι υπερήφανος μέσα σε όλα αυτά, και για τα παιδιά σου και για τα τραγούδια σου.
Θ.Π.: Εντάξει μπορώ ας πούμε να πω και πράγματα που μου αρέσουνε, αλλά σίγουρα δεν είμαι τυφλός, βλέπω και τις αδυναμίες, πώς να το κάνουμε…
Γ.Τ.: Πηγαίνοντας παρακάτω, κρατάς από τα προηγούμενα, τα πιο θετικά τα πιο καλά για σένα, τα πιο σταθερά σημεία;
Θ.Π.: Δεν ξέρω ποια είναι τα σταθερά σημεία, στο ξανάπα, λειτουργώ τελείως πρωτόγονα… όπου με παν οι τέσσερις ανέμοι.
Γ.Τ.: Δηλαδή, ακούγοντας σήμερα τους δύο δίσκους που έχεις κάνει με την Μελίνα Κανά, ποια είναι η αίσθηση σου;
Θ.Π.: Γιατί αναφέρεσαι σε αυτούς τους δύο έτσι πιο συγκεκριμένα; Υποκρύπτεται κάτι δηλαδή σε αυτήν την ερώτηση;
Γ.Τ.: Όχι, καθόλου. Αν ήταν να χωρίσω σε τρεις περιόδους την πορεία σου, θα ήταν οι δύο πρώτοι δίσκοι, που είναι η εποχή της μπουζουκομάνας, που λες και εσύ αν θυμάμαι καλά, οι δύο δίσκοι με την Μελίνα Κανά, και η από κει και κάτω πορεία σου.
Θ.Π.: Πάντα το τελικό αποτέλεσμα δεν είναι αυτό που έχουμε στο μυαλό μας γιατί παρεμβαίνουν χίλιοι δυο παράγοντες, οι μουσικοί που έχουν τον δικό τους μουσικό κόσμο, το στούντιο, οι φωνές, άλλοι αστάθμητοι παράγοντες, και ξεστρατίζει απ΄ κει που θες. Πολλές φορές γίνεται και καλύτερο απ΄ αυτό που έχει κανείς στο μυαλό του, ποτέ όμως δεν είναι τέλειο και καλά κάνει και δεν είναι τέλειο γιατί σου δίνει την διάθεση να ψάξεις για την τελειότητα.
Γ.Τ.: Πάντως το επόμενο δεν απορρίπτει το προηγούμενο;
Θ.Π.: Όχι, δεν απορρίπτει…
Γ.Τ.: Ή λειτουργεί σε εσένα κάπως έτσι;
Θ.Π.: Κοίταξε, παλαιότερα ξέρω ότι ήμουνα πολύ πιο ανώριμος. Δεν μιλάω τώρα για τις μουσικές που έχουν δισκογραφηθεί τόσο, μιλάω για πράγματα που έγραφα και ποίηση υποτίθεται και τέτοια… και τα διαβάζω τώρα και ιδρώνω, λέω «μα τι βλακείες έγραφα» ας πούμε… Απίστευτα, μου φαίνεται απίστευτο ότι ήμουνα εγώ αυτός ο άνθρωπος, δηλαδή χωρίς καμιά εσωτερικότητα, κραυγαλέος… Εγώ ήμουν αυτός;
Γ.Τ.: Από αυτήν την άποψη, το ότι άργησες, εντός εισαγωγικών, να μπεις στην δισκογραφία ίσως και να σε ωφέλησε.
Θ.Π.: Με ωφέλησε σίγουρα, σίγουρα… Ευτυχώς, ευτυχώς.
Ακολουθεί Τραγούδι: «Δημοσθένους Λέξις» Διονύσης Σαββόπουλος - (Δ. Σαββόπουλου)
Γ.Τ.: Ο Διονύσης Σαββόπουλος μπαίνει στα ακούσματα σου στην ηλικία των 10-12 χρόνων μαζί με τα ακούσματα της δύσης…;
Θ.Π.: Όχι πιο πάνω, πιο πάνω θα έλεγα, δηλαδή στο γυμνάσιο, τετάρτη-πέμπτη γυμνασίου, τότε δεν υπήρχε λύκειο, κάπου εκεί,… όταν άκουσα για πρώτη φορά, θυμάμαι σε ένα καφενείο ενός φίλου μου, και κάπου συνωμοτικά, γιατί, (αυτό μάλλον μύθος ήτανε), μου λέει «έλα να ακούσουμε ένα τραγούδι το οποίο είναι απαγορευμένο», και εννοούσε από το πρώτο δίσκο από το Φορτηγό… πως λεγότανε? Η Ρόζα… όχι
Γ.Τ: Η Ζωζώ…
Θ.Π: Η Ζωζώ, μπράβο, η Ζωζώ… και το άκουσα και έπαθα πλάκα, δεν είχα ξανακούσει τέτοια μουσική τότε, βέβαια αμέσως μετά πήρα ότι άλλο υπήρχε μέχρι στιγμής από τον Διονύση Σαββόπουλο. Είναι για μένα αυτός που κατά κάποιο τρόπο με επηρέασε περισσότερο και νομίζω ότι συνδυάζει φοβερό λόγο (συνδύαζε μάλλον θα έλεγα), φοβερό λόγο, μουσική και σκηνική παρουσία. Και επίσης δικιά του είναι και η παράσταση εκείνη που είδα η ζωντανή και μου άλλαξε τον τρόπο που έβλεπα τα πράγματα, ήταν οι Αχαρνείς. Θυμάμαι ήταν στην έκτη γυμνασίου και είχε έρθει στην Λάρισα.
Γ.Τ.: Και από εκεί είναι και το κομμάτι που διαλέγεις αμέσως μετά, με τον άνθρωπο με τον οποίο μπήκες στην δισκογραφία.
Θ.Π.: Ναι…
Γ.Τ.: Νίκος Παπάζογλου - Σε Γιορτινό Αγώνισμα
Ακολουθεί Τραγούδι: «Παράβαση» Νίκος Παπάζογλου - (Δ. Σαββόπουλου), «Το Πολλαπλό σου είδωλο» Αργύρης Μπακιρτζής - (Χειμερινοί Κολυμβητές)
Γ.Τ.: Τα πάντα ρει. Γιώργος Τσάμπρας στο μικρόφωνο, Τάσος Γεωργακόπουλος στον ήχο. Λόγο στο λόγο σήμερα με τον Θανάση Παπακωνσταντίνου και τραγούδια που έχει διαλέξει ο ίδιος, και όχι απλώς τα έχει διαλέξει, αλλά τα έχει βάλει και στη σειρά…
Θ.Π.: Είπαμε, το σαράκι του ορθολογισμού που απέκτησα με βοηθάει να είμαι λίγο τακτικός σε αυτά που κάνω…
Γ.Τ: Αλλά μάλλον έχεις και μια πολύ καλή σχέση ως ακροατής με το τραγούδι, εμένα αυτό μου δείχνει…
Θ.Π.: Ναι, ακούω με λύσσα, δηλαδή δεν είμαι από αυτούς που λένε ότι, ξέρεις, εγώ δεν ακούω τίποτα…
Γ.Τ.: Αυτό κατά κάποιο τρόπο βγαίνει και στα τραγούδια σου. Δηλαδή οι δίσκοι σου έχουν ένα, εντός εισαγωγικών, ελάττωμα. Πρέπει να τους ακούς προσεκτικά… διαφορετικά σε εκδικούνται…
Θ.Π.: Ναι… (γέλια)
Γ.Τ.: Και όχι απλά μόνο να τους ακούς προσεκτικά, να τους ακούς και λίγο με ανοικτές αισθήσεις, χωρίς κωλύματα, δηλαδή μουσικά ή ακόμα και κοινωνικά μπορώ να σου πω.
Θ.Π.: Ναι…
Γ.Τ.: Απ΄ την άλλη μεριά όμως νιώθεις γύρω σου κόσμο ο οποίος ακούει δίσκους ή είναι μια διαδικασία που μέσα στην τρεχάλα μας την αφήνουμε όλοι;
Θ.Π.: Πολλοί την αφήνουν, αλλά είναι μια τόσο σπουδαία απόλαυση, κατά την γνώμη μου, που αυτοί χάνουν.
Γ.Τ.: Τα δικά σου τραγούδια αντέχουν στην παρέα; Τα παίζεις ποτέ σε φίλους;
Θ.Π.: Όχι, όχι, εγώ δεν τα παίζω τα τραγούδια μου… Δεν έχω παίξει ποτέ, όταν βγαίνω έξω με φίλους και παίρνουμε και όργανα μαζί δεν παίζω δικά μου τραγούδια.
Γ.Τ.: Δεν τα έπαιζες ούτε καν πριν τα δισκογραφήσεις;
Θ.Π.: Ούτε πριν, ούτε πριν, ούτε πριν όχι, όχι, όχι, δεν τα παίζω ποτέ, ντρέπομαι. Εδώ έχουμε να παίξουμε «Πέντε Μάγκες του Περαία», «Ψεύτικος Είναι ο Ντουνιάς» και θα παίξουμε τώρα… τι να παίξουμε…
Γ.Τ. : Δεν είναι λίγο περίεργη λογική αυτή;
Θ.Π.: Ποια;
Γ.Τ.: Αυτή, να μην παίζεις τα δικά σου τραγούδια εν ονόματι της ιστορίας του ελληνικού τραγουδιού;
Θ.Π.: Όχι μόνο αυτό. Τα δικά μου τραγούδια έχουν γεννηθεί μέσα μου, έχουν δισκογραφηθεί, και δεν νιώθω ας πούμε… τα παίζω και ζωντανά όταν δίνω συναυλίες… ε δεν νιώθω την ανάγκη ότι πρέπει και την ώρα που θα πάω να γλεντήσω να παίξω τα τραγούδια μου…
Γ.Τ.: Δηλαδή για να καταλάβω, νιώθεις πιο άνετα να τα παίξεις σε δυόμισι χιλιάδες ανθρώπους απ΄ ότι σε τρεις φίλους σου.
Θ.Π.: Σαφώς, σαφώς… Με τους φίλους θα βγω να γλεντήσω, δεν θα γλεντήσω με τα δικά μου τραγούδια. Το γλέντι είναι εσωτερικό με τα δικά μου. Δηλαδή είναι την στιγμή που βγαίνουν, που πηγάζουν, έστω και την στιγμή που τα παίζω σε κάποιο κόσμο που έρχεται να ακούσει αυτά. Αλλά αν βγω έξω να πιω κρασί θα παίζω «Ατσιγγάνα με Φωνάζουν», θα παίξω…
Γ.Τ.: Δεν μπήκες ποτέ στην διαδικασία να γράψεις ένα τραγούδι για να πιεις κρασί, εσύ, όχι ντε και καλά ο κόσμος…
Θ.Π.: Η διαδικασία της συγγραφής για μένα, δεν έχει να κάνει με εμένα, δεν σκέφτομαι τίποτα απολύτως, τίποτα απολύτως. Κάθε προσπάθεια, το έχω ξαναπεί αυτό και ντρέπομαι λίγο να το λέω, αλλά κάθε προσπάθεια να επέμβεις σ΄ αυτό που πηγάζει από μέσα σου, το αποδυναμώνει. Έτσι δεν σκέφτομαι τίποτα όταν είναι να γράφω κάτι…
Ακολουθεί Τραγούδι: «Εγώ με τις ιδέες μου» Σωτηρία Λεονάρδου - Νικόλας Άσημος - (Ν. Άσημου)
Γ.Τ.: Και αμέσως πριν, του Νικόλα Άσημου το τραγούδι με την Σωτηρία Λεονάρδου, «Εγώ με τις ιδέες μου». Από την κατάσταση που δημιούργησε στο Ελληνικό Τραγούδι ο Διονύσης Σαββόπουλος μέχρι την κατάσταση μέσα στην οποία έζησε ο Νικόλας Άσημος υπάρχει ένα χάος.
Θ.Π.: Ναι…
Γ.Τ: Τι πιστεύεις ότι διαμορφώνει, Θανάση Παπακωνσταντίνου, αυτές τις καταστάσεις μέσα στα πράγματα;
Θ.Π.: Το χάος… (γέλια) Νομίζω ότι οι καταστάσεις, η ίδια μας η ζωή είναι χαοτική…
Γ.Τ.: Σε ρωτώ με δεδομένο ότι μέσα από τις έξι σου δουλειές έχεις περιγράψει ένα απόλυτα προσωπικό δρόμο.
Θ.Π.: Εεεεε… Δεν καταλαβαίνω τι θες να πεις Γιώργο (γέλια). Κάντο μου λίγο πιο λιανά. Σου είπα ότι είμαι λίγο αργόστροφος.
Γ.Τ.: Με δεδομένο ότι δεν είσαι ένας άνθρωπος ο οποίος βρέθηκε στο χώρο για να ακολουθήσει ένα προϋπάρχοντα δρόμο. Με αυτήν την λογική και, και οι δύο αυτοί άνθρωποι τους οποίους προαναφέραμε, ακολούθησαν τον δικό τους δρόμο, τον ένα τον έφερε εδώ, τον άλλο τον έφερε εκεί. Τι διαμορφώνει λοιπόν αυτές τις καταστάσεις ήταν το ερώτημα που σου έκανα.
Θ.Π.: Τι διαμορφώνει αυτές τις καταστάσεις; Θα ξαναπώ πάλι το ίδιο, το χάος. Δηλαδή σκέφτομαι ότι μια ασήμαντη στιγμή στην ζωή ενός δημιουργού, δηλαδή το να κάθεται κάποια στιγμή στα σκαλοπάτια, σε κάποια σκαλοπάτια, και να κοιτάζει τον ήλιο ας πούμε, να κοιτάξει για μια στιγμή στον ήλιο, αυτή η στιγμή μπορεί δημιουργικά να είναι πολύ πιο σημαντική από μια επανάσταση που θα συμβεί στα χρόνια του ή από οτιδήποτε άλλο. Δηλαδή είναι τόσοι οι παράγοντες που μπορεί να επηρεάσουν την πορεία σου που είναι ανεξέλεγκτο, χαοτικό.
Γ.Τ.: Εσύ θεωρείς για την προσωπική σου πορεία, πιο σημαντικό το γεγονός ότι επικοινωνείς μέσω δισκογραφίας ή το γεγονός ότι έχεις πια την δυνατότητα να παίζεις τα τραγούδια σου μπροστά στο κοινό;
Θ.Π.: Το πιο σημαντικό για μένα, σαν άνθρωπο, είναι οι στιγμές της δημιουργίας, που γεννιούνται τα τραγούδια. Εκείνη την στιγμή απαλύνεται κάπως για μένα αυτό το άγχος της ύπαρξης και αυτό το βαρύ φορτίο της μοναχικότητας. Άρα εκείνη τη στιγμή είναι που εγώ εισπράττω τα περισσότερα. Όσον αφορά πάντως την επικοινωνία με τους ανθρώπους, νομίζω ότι γίνεται κυρίως μέσα από τις ζωντανές εμφανίσεις.
Ακολουθεί Τραγούδι: «Γυμνός Γεννιέμαι» Μιχάλης Χανιώτης - (Μ. Χανιώτη)
Γ.Τ: Εδώ θα πρέπει να κάνουμε συστάσεις… βεβαίως σε ότι αφορά το τραγούδι που ακούσαμε. Θα μας πεις εσύ περισσότερα για το το Μιχάλη Χανιώτη που έπαιξε, έγραψε και τραγούδησε αυτό το τραγούδι.
Θ.Π.: Ναι, θεωρώ ότι ο Μιχάλης που είναι ένας φίλος μου ο οποίος ζει στην Κοζάνη, θεωρώ ότι είναι ταλαντούχος μουσικός και δημιουργός, με φρεσκάδα όσον αφορά το λαϊκό τραγούδι που γράφει κυρίως. Ο δίσκος λέγεται «Ζωή Λαθραία», τραγουδάει γενικώς η Λιζέτα Καλημέρη τα περισσότερα κομμάτια. Διάλεξα αυτό το τραγούδι, κατά τη γνώμη μου είναι πιο αντιπροσωπευτικό γιατί τραγουδάει ο ίδιος. Αν ακούσει την εκπομπή θέλω να του στείλω και χαιρέτισμα κιόλας. Πιστεύω ότι γίνονται και σήμερα ωραίες δουλειές, παρ΄ όλες τις δύσκολες καταστάσεις που περνάνε οι εταιρίες παραγωγής δίσκων κυρίως, απλά έχουν δυσκολέψει τα πράγματα και δεν βρίσκουν εύκολα τον χώρο τους.
Γ.Τ: Εσύ ο ίδιος αντιμετώπισες δυσκολίες σε ότι αφορά την ροή της δουλείας σου προς τα έξω;
Θ.Π. Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό, παρ΄ ότι, εντάξει, σου είχα πει ότι τα τραγούδια της Αγίας Νοσταλγίας που βγήκαν το 1993, τα είχα γράψει γύρω στο 1980, παρ΄ όλα αυτά δεν νιώθω ότι βρήκα δυσκολίες στο δρόμο μου… Δεν ξέρω… Μάλλον τυχαίο ήτανε.
Γ.Τ.: Το ότι από κει και πέρα ακολούθησες όμως αυτόν τον προσωπικό δρόμο, ένιωσες κάποια στιγμή να σε μειώνει εμπορικά;
Θ.Π.: Δεν το κοιτάω αυτό το πράγμα. Δεν το ένιωσα βέβαια, αλλά δεν το κοιτάω κιόλας. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι να κάνω αυτό που πηγάζει από μέσα μου, είτε έχει εμπορικό αντίκτυπο, είτε όχι.
Γ.Τ: Πόσες συναυλίες έκανες φέτος το καλοκαίρι;
Θ.Π.: 15 ήταν 16;
Γ.Τ: Σε τι χώρους; Ανά την Ελλάδα;
Θ.Π.: Ε, συγκεκριμένα είναι τα μέρη που παίζουμε, καμιά Κρήτη, Λάρισα, Θεσσαλονίκη, Αθήνα, άντε και κανένα πιο εξωτικό μέρος, όπως Ικαρία. Γενικώς έχω δυσκολίες στο να παίζω το καλοκαίρι, γιατί δε με ξέρουνε, αυτοί που χειρίζονται τους χώρους, οι τοπικοί άρχοντες, σου λένε «ποιος είναι αυτός ο Παπακωνσταντίνου», αυτοί ξέρουν μόνο το Βασίλη (γέλια).
Γ.Τ: Παρόλα αυτά όμως, και αυτό οφείλω να το καταθέσω, στις εμφανίσεις σου γίνεται συνήθως πανικός από προσέλευση κόσμου, τουλάχιστον αυτό εισέπραξα εγώ…
Θ.Π.: Γίνεται πανικός, αλλά κάποια στιγμή τους είπα, σχεδόν τους περισσότερους τους γνωρίζω και πια φατσικά αλλά και με τα ονόματα τους, τους είπα ρε μπαγάσηδες, γι αυτό δεν πουλάω αρκετά, γιατί ενώ φαίνονται ότι είναι πολλοί, στην ουσία είναι νομάδες που έρχονται από συναυλία σε συναυλία, τα ίδια και τα ίδια άτομα είναι…
Γ.Τ.: Ανά την Ελλάδα;
Θ.Π.: Ανά την Ελλάδα, αφού έχει δημιουργηθεί ένα νέο είδος τουρισμού, λέγεται συναυλιακός τουρισμός.
Ακολουθεί Τραγούδι: «Πριγκηπέσα» Σωκράτης Μάλαμας - (Σ. Μάλαμα)
Γ.Τ.: Που αποδίδεις Θανάση Παπακωνσταντίνου την σχεδόν μονοθεματική ανάπτυξη του νεοελληνικού τραγουδιού;
Θ.Π.: Εννοείς προς τον έρωτα;
Γ.Τ.: Έρωτας και μάλιστα παθογόνος…
Θ.Π.: Ίσως είναι η ευκολία, είναι το πρώτο πράγμα που έρχεται στο μυαλό του ανθρώπου που γράφει το λόγο.
Γ.Τ: Μα αυτό δεν υπάρχει μόνο από την μεριά των δημιουργών, νομίζω υπάρχει και από την πλευρά του κόσμου.
Θ.Π.: Σίγουρα ναι. Αν θεωρήσουμε ότι η ύπαρξη είναι σαν ένα κρεμμύδια, οι πρώτες φλούδες είναι τα συναισθήματα του έρωτα, γι΄ αυτό. Αλλά, εγώ προσωπικά, δεν ξέρω αν έχεις παρατηρήσει, είναι ελάχιστα τα τραγούδια που έχω γράψει γύρω από αυτό το μεγάλο φλέγον ζήτημα. Περισσότερο με ενδιαφέρει ο πυρήνας του κρεμμυδιού, όπου εκεί έχουμε τα άφυλα συναισθήματα, αυτά που δεν στηρίζονται στο φύλο, γιατί όλοι μας μέσα σαν υπάρξεις έχουμε κάποια άφυλα στοιχεία.
Γ.Τ.: Θέλεις απαραίτητα μέσα σε αυτά που γράφεις να διαφαίνεται η ζωή σου, η καθημερινότητα, συγκεκριμένα πράγματα που ζούμε γύρω μας, ή θέλεις να κρατάς μια απόσταση από όλα αυτά;
Θ.Π.: Θα ξαναπώ πάλι το ίδιο. Δεν θέλω τίποτα συγκεκριμένο, αυτά γίνονται ερήμην μου κατά κάποιο τρόπο. Την στιγμή της δημιουργίας συμβαίνει ένας κραδασμός που δε με αφήνει να είμαι ο εαυτός μου. Γι αυτό είναι και σπουδαίο. Εκείνη την στιγμή, όσον αφορά την μουσική κυρίως, υπάρχει απώλεια μνήμης, υπάρχει μια στιγμιαία σύνδεση με το άπειρο και το απόλυτο. Όσον αφορά το λόγο βέβαια, που είναι πιο εγκεφαλική διαδικασία, σίγουρα έρχονται στον νου μου διάφορες εικόνες τις οποίες προσπαθώ ασυνείδητα να συνδυάσω.
Ακολουθεί Τραγούδι: «Αντιγόνη Σοφοκλή» - Άρης Ρέτσος, «Ριζίτικο» - Ψαραντώνης
Γ.Τ.: Από την Αντιγόνη του Σοφοκλή με τον Άρη Ρέτσο, στον Ψαραντώνη και τα Ριζίτικα του.
Θ.Π.: Τα έβαλα μαζί γιατί κατά την γνώμη μου μοιάζουν πάρα πολύ, και στην εκφορά του λόγου, στην ένταση.
Γ.Τ.: Και ξαναρχόμαστε τώρα στο τελευταίο ίσως κεφάλαιο αυτού του ταξιδιού μας, την σχέση σου με την παράδοση. Κατά μια έκπληξη μου είδα ότι δεν διάλεξες τόσο Θεσσαλικά τραγούδια, όπως θα φανταζόμουν, αλλά τραγούδια από την υπόλοιπη Ελλάδα.
Θ.Π.: Περισσότερο μπορώ να πω ότι με αγγίζουνε τα ηπειρώτικα, παρότι θα ακούσουμε και ένα κομμάτι από πιο κάτω, τα ηπειρώτικα είναι εκείνα που με αγγίζουνε περισσότερο. Αλλά γενικότερα τα δημοτικά τραγούδια είναι αυτά που μπορούν να με συγκινήσουν βαθύτητα. Προηγουμένως ακούσαμε ρεμπέτικα και λαϊκα τα οποία κατά την γνώμη μου είναι διονυσιακά, και μπορούν να με κάνουν να χορέψω έστω μόνος μου στο σπίτι, να γλεντήσω, να πιω κρασί, αλλά δε θα μου φέρουν δάκρυα στα μάτια. Αυτό μπορούν να το κάνουν μόνο τα δημοτικά τραγούδια.
Γ.Τ.: Είναι η Τασία Βέρα και ένα τραγούδι κεντρικής Ελλάδος και κάτω, επιλογή του Θανάση Παπακωνσταντίνου.
Ακολουθεί Τραγούδι: Δημοτικό Κεντρικής Ελλάδος
Γ.Τ.: Εδώ είναι ακριβώς μια στιγμή που νομίζω ότι περισσεύουν τα λόγια…
Ακολουθεί Τραγούδι: «Σάββατο Βραδύ» - Παραδοσιακό Καρπάθου
Γ.Τ.: Χαρακτηριστικός ο ήχος της Καρπάθικης λύρας…
Θ.Π.: Πρωτόγονος ήχος, γι αυτό χτυπάει τόσο βαθιά…
Γ.Π.: Αλήθεια γιατί αυτός ο μουσικός πολιτισμός από ένα σημείο και πέρα, δεν πέρασε στην Ελληνική πραγματικότητα, όσο θα μπορούσε, όσο θα άντεχε…;
Θ.Π.: Ακριβώς γιατί χτυπάει τόσο βαθιά… και οι σημερινοί άνθρωποι δεν θέλουν μουσικές που να ανασκαλεύουν μέσα τους τα κρυμμένα και τα βαθιά συναισθήματα. Επειδή είναι κουρασμένοι από την καθημερινή πάλη για την επιβίωση, θέλουνε πραγματάκια να μπαίνουν από το ένα αυτί και να βγαίνουνε από το άλλο.
Γ.Π.: Θα μπορούσα να κάνω το ίδιο ερώτημα ακριβώς και με βάση το επόμενο κομμάτι, σε σχέση με τον μουσικό πολιτισμό της ανατολής. Έχεις διαλέξει αμέσως μετά ένα κομμάτι με την Feiruz, την μεγάλη Λιβανέζα τραγουδίστρια.
Θ.Π.: Ναι. Εδώ έχουμε μία φωνή η οποία είναι σαν ποτάμι που κυλάει… μιλάμε είναι απίστευτο πράγμα, αβίαστα… σαν να ρέει.
Ακολουθεί Τραγούδι: «Wahabibi» - Fairuz - Rosa Balistreri
Γ.Π.: H Feiruz από το Λίβανο.
Θ.Π.: και η Balistreri από την Σικελία. Και αν η Feiruz είναι ποτάμι μου ρέει, η φωνή της Balistreri είναι λάβα από το ηφαίστειο της Αίτνας.
Γ.Τ: Το σύγχρονο τοπίο της ελληνικής δισκογραφίας πως το βλέπεις; Ακούς πράγματα που να σε τραβάνε στη σύγχρονη ελληνική παραγωγή.
Θ.Π.: Πολύ λίγα, θα έλεγα. Ας πούμε μια σταθερή αξία κατά τη γνώμη μου είναι ο Σωκράτης Μάλαμας. Δεν ξέρω αν ακούω κι όλα τα πράγματα που βγαίνουν, δεν μπορώ είμαι σίγουρος, σίγουρα γίνονται και άλλα πράγματα που δεν τα έχω πάρει είδηση. Ο Νίκος Κυπουργός νομίζω κάνει ωραία πράγματα κατά καιρούς. Πάντως λίγα είναι.
Γ.Π.:Το επόμενο δικό σου σήμα πότε να το περιμένουμε;
Θ.Π.: Υπολογίζω ότι μέσα στο Νοέμβρη κάτι θα έχω κάνει…
Γ.Τ.: Θανάσης Παπακωνσταντίνου με τις επιλογές του από τραγούδια άλλων γιατί έτσι το θέλησε.
Θ.Π: Καλύτερα. Πες μου τι μουσική ακούς να σου πω ποιος είσαι. Είπαμε κάποια πράγματα με το λόγο αλλά τα περισσότερα ειπώθηκαν με τις επιλογές των τραγουδιών.
Γ.Τ.: Θεσσαλός στην καταγωγή αλλά λέει ότι τα ηπειρώτικα τραγούδια και δη τα πολυφωνικά είναι εκείνα που τον χαρακτηρίζουν περισσότερο. Να προλογίσεις το τραγούδι με το οποίο θα κλείσουμε;
Θ.Π.: Ναι. Είναι το «Αλησμονώ και Χαίρομαι» απ΄ το Πολυφωνικό Κτισμάτων όπου εδώ οι λέξεις βγαίνουν απ΄ το στόμα σαν αγριοκάτσικα.
Γ.Τ.: Γιώργος Τσάμπρας στο μικρόφωνο, Τάσος Γεωργακόπουλος στον ήχο. Να ευχαριστήσουμε το Θανάση Παπακωνσταντίνου που ήταν εδώ…
Θ.Π.: Να σαι καλά Γιώργο…
Ακολουθεί Τραγούδι: «Αλησμονώ και Χαίρομαι» - Πολυφωνικό Κτισμάτων