Χρύσα έγραψε:Ο καλλιτέχνης άμα θέλει να ζωγραφίσει, να κεντήσει, να τραγουδήσει, να παίξει, να κρεμαστεί ανάποδα, να χορέψει, να χτίσει, να γράψει, να στριγγλίσει, να παίξει τραγουδάκια, ας το κάνει έτσι κι αλλιώς και να μη νοιάζεται για τα φράγκα. Γιατί, και κακά τα ψέματα και για να μην κοροϊδευόμαστε, άμα σου 'ρθει να γράψεις στιχάκια, μουσικούλα, τραγουδάκια γράψτα και βγες και πέστα και άμα σου πετάξουν ντομάτες, κρίμα σου, αλλά άμα σου κολλήσουν στο κούτελο χαρτούρα, μπράβο σου και είσαι μάγκας, άμα δε σου την κολλήσουν τη χαρτούρα και σ' ακούσουν τσάμπα, τι να κάνουμε φίλε, την άλλη φορά. Οπότε, να μη κλαίγονται οι καλλιτέχνες άμα κατεβάζουμε τα τραγούδια τους από το δίκτυο, γιατί αυτό το παραμύθι τι θα βγάλει ο καλλιτέχνης και πώς θα ζήσει είναι το βασικό επιχείρημα των στελεχών των δισκογραφικών και τίποτε άλλο. Ξέρω πολύ καλά πως η έκδοση ενός δίσκου είναι ζήτημα ελάχιστων χιλιάδων ευρώ, συγκεκριμένα, έχω στα χέρια μου ωραιότατη έκδοση λαϊκού δίσκου, γνωστού μου μουσικού που με τα πρώτα 800 με 1000 ευρώ έβγαλε όλα του τα έξοδα. ¸κανε ο άνθρωπος το κέφι του, πλήρωσε τους μουσικούς του, το στούντιο, τους τραγουδιστές (ανάμεσά τους και η Πίτσα Παπαδοπούλου που είπε 2 τραγούδια) πλήρωσε τα σιντί, την επιμέλεια του εξώφυλλου που είναι καταπληκτική δουλειά και επαναμβάνω πως με τις πρώτες εκατοντάδες έβγαλε όλα του τα έξοδα. ¸τσι ο άνθρωπος έκανε το μεράκι του και δε ζητάει να ζει από την τέχνη του ντε και καλά. ¼χι ότι θα του κακόπεφτε άμα ζούσε από τους δίσκους του, αλλά αφού δεν του έτυχε τι να γίνει... Τραγουδάει και παίζει σε μαγαζιά και ό,τι βγει. ¼ποιος θέλει να εκφραστεί μουσικά θα πάρει το μπουζούκι του, την κιθάρα του, τη φλογέρα του και θα καβαλήσει τις ταράτσες, θα πιάσει κάνα πόστο σε καμιά πλατεία, θα σκαρφαλώσει σε καμιά ραχούλα και θα βγάλει την ψυχή του. Τώρα, το τι θα κάνουμε οι υπόλοιποι, είναι δικός μας λογαριασμός, άμα μας αρέσει και 'ρθούμε στο φιλότιμο, θα τον πληρώσουμε, μα στο μαγαζί, μα στη συναυλία, μα στο δισκάδικο Αλλά στο δισκάδικο να ξέρουμε πως πληρώνουμε τις σαπιοκοιλιές των στελεχών που έχουν στήσει εδώ και δεκαετίες τη φάμπρικα της προώθησης και της διανομής της μουσικής και πατρονάρουν τα ακούσματά μας και αποφασίζουν αυτοί τι θα ακούσω εγώ από το πρωί μέχρι το βράδυ και ο άλλος ο καημένος ο καλλιτεχνούκος που ίσως έχει κάτι να μου πει, δε βρίσκει δίοδο να χωθεί να βγει στο προσκήνιο να ακουστεί και μένουν τα καλά πράγματα θαμμένα δια παντός. Άμα σου βγαίνει να τα πεις, θα τα πεις και τσάμπα και θα μοιραστείς το είναι σου με τον άλλον και δε θα του ζητήσεις ντε και καλά χρήμα. ¸τσι ήτανε οι καλλιτέχνες πριν από τις δισκογραφικές (οι οποίες δε θα προλάβουν να συμπληρώσουν αιώνα στην πιάτσα, αυτό είναι γνωστό και όποιος έχει μάτια το βλέπει πως ήρθε το τέλος τους). ¸βγαινε ο άλλος όπου μπορούσε και άμα τον έπαιρνε τα 'λεγε, άμα δεν τον έπαιρνε έτρωγε κράξιμο και λούφαζε. Είχε το χωριό του πατέρα μου έναν ποιητή γεράκο που έβγαινε το καλοκαίρι σε μια πεζούλα και έλεγε τα ποιήματά του και όποιος είχε όρεξη και ώρα καθόταν και τον άκουγε και στο τέλος όταν βράδυαζε και άρχιζαν να μαζεύονται ο καθένας σπίτι του, του βγάζανε οι κυράδες πότε κάνα γλυκό του κουταλιού, πότε κάνα αυγουλάκι, πότε λίγο φαί απ' το μεσημέρι και τον φιλεύανε, έτσι για να τον ευχαριστήσουνε. Η τέχνη δεν πρέπει να έχει κανένα αλισβερίσι με το χρήμα... γ..μώ το πορτοφόλι μας. Αυτά...
ΥΓ Οι αγαπητές δισκογραφικές βεβαίως και το έχουν πιάσει το νόημα, γι αυτό και κατέβασαν κατά πολλές χιλιάδες το όριο για χρυσό και πλατινένιο, βεβαίως και εδώ και μια δεκαετία την ψάχνουν τη δουλειά και αγοράζουν το ένα μετά το άλλο τα μεγάλα σάιτ ανταλλαγής μουσικής και συγχρόνως (γιατί κι εκεί τα ψωμιά τους είναι λίγα, όσο φτηνά κι αν τα πουλάνε μέσω δικτύου τα τραγούδια) τώρα πια αγοράζουν διαφημιστικές ιντερνετικές, δηλαδή αλλάζουν επάγγελμα σιγά σιγά.
pes ta kopelara mou. geia sou re xrisa