Τα μολύβια
Χτες βράδυ ονειρεύτηκα πως ήμουν μαραγκός
Τίμιος ως μεσήλικας και τόσο εργατικός
Ήμουν μεγάλος μάστορας στο ξύλο το μασίφ
¸μοιαζα στον Τσεπέτο μα και τον Ιωσήφ.
¼μως δεν είχα εγώ παιδιά, είχα μόνο μολύβια
που κάναν τόσες σκανταλιές και τρώγαν πριονίδια.
Τα πήγα κατηχητικό, τα πήγα και στον Πάπα
Τίποτα! Γίνονταν χαμός σαν έσβηνα τη λάμπα.
Κοιτούσαν τις γυμνόστηθες και αρχίζαν να σκούζ’ν
Κάναν το μαραγκούδικο σαν το Μουλέν το Ρουζ
Μετά βάζαν ραδιόφωνο και πιάνανε μεσαία
κι αρχίζαν να λικνίζονται με τις γυμνές παρέα
Βεβαίως τις μουτζούρωναν μα και τις τσακαλακώναν
Κι από αφίσσες καλλονές τις κάναν σαν τον
Κόναν
Τσίριζαν οι κακόμοιρες κι απ’το πολύ στραπάτσο
με φώναζαν να σηκωθώ, να κάνω εγώ το μπάτσο.
Μα εγώ ήμουνα νομοταγής με καθαρά τεφτέρια.
Σιγά με τον υπόκοσμο μην πιάσω νταλαβέρια.
Φώναζα καθώς γύριζα στο άλλο μου πλευρό
«Μολύβια βγάλτε το σκασμό θέλω να κοιμηθώ!»