Καλησπέρα σας.
Είναι ορισμένες φορές (άλλοτε συχνά άλλοτε σπανιότερα) που δυσκολεύεται κανείς να μεταφέρει με λόγια στιγμές, καταστάσεις, συναισθήματα. Δεν ξέρω αν στην μοναδικότητα των στιγμών αυτών συμβάλλουν μόνο οι άνθρωποι, τα τοπία, οι μουσικές. Ή κάτι άλλο. Συνεπώς, αυτά που προηγήθηκαν της συναυλίας και γενικά έλαβαν χώρα το τελευταίο διήμερο στην ευρύτερη περιοχή της Λάρισας, όσο μονοδιάστατα και αν ήταν, παραμένουν χαραγμένα μέσα μας και θα συνοδεύουν την καθημερινότητά μας για κάμποσο καιρό. Ενδεχομένως να της δίνουν και κάποιο νόημα. Να ναι καλά όλοι οι πολυαγαπημένοι φίλοι που βρισκόμαστε σποραδικά, αλλά ουσιαστικά.
Θα παραμείνω, λοιπόν, σε μια αποτύπωση του καλλιτεχνικού μέρους της χθεσινής βραδιάς. Ήταν, άλλωστε, η εκκίνηση της καλοκαιρινής περιοδείας ενός καινούριου, σε μεγάλο βαθμό, σχήματος, μετά από έναν ολόκληρο χρόνο απουσίας. Και μόνον αυτό ενέτεινε την περιέργειά μας και το ενδιαφέρον μας.
Σε γενικές γραμμές ήταν ένα εκρηκτικό, μοναδικό live, με εκστατικές στιγμές και το Θανάση, όπως εγώ προσωπικά δεν τον έχω ξαναδεί. Πρώτη φορά τον βλέπω με τέτοια ένταση, τέτοιο κέφι, τέτοιο χαμόγελο καθ’ όλη την διάρκεια της συναυλίας. Για να καταλάβετε, παρατήρησα ότι ο, κατά τα άλλα, ντροπαλός Θανάσης, λικνιζόταν ακόμα και σε ρυθμό τσιφτετελιού εντός της σκηνής. Αυτό, νομίζω, τα λέει όλα. Από τον τρόπο που πάλλονταν τα όργανά του, όταν έπαιζε, καταλάβαινε κανείς την αδημονία του να βρεθεί μπροστά στο κοινό και την ενέργεια που διαχέονταν από την σκηνή προς τα κάτω και αντίστροφα. Στο Σαμπάχ, ειλικρινά,, ξεπέρασε κάθε προσδοκία (sic).
Το πρόγραμμα, κατά την γνώμη μου, αποτελεί μία πάρα πολύ καλή βάση, που έχει, πάντως, πάρα πολλά περιθώρια βελτίωσης. Ξεκάθαρο ότι από την μέση και έπειτα επικρατεί μία τάση ανάτασης και γλεντιού που «σπάει» ξανά στο ανκόρ, ενώ υπάρχει και η πολυπόθητη κορύφωση, που έλειπε πέρυσι. Θα περίμενα να ακούσω κάποια κομμάτια απρόσμενα. Είχε κλαρίνο και μπουζούκι, οπότε κάτι περισσότερο από Λάφυρα ή Γερακάρη, το περίμενα. Αν εξαιρέσεις δηλαδή το Ατμάν, δεν υπάρχει κάποια ιδιαίτερη έκπληξη στο πρόγραμμα, απλώς επανήλθαν κάποια κομμάτια που έχουν να παιχτούν ζωντανά από τον καιρό Λαϊκεδέλικα-Μάρθας. Αναμενόμενο, καθώς απαιτήθηκε χώρος και χρόνος, για τα καινούρια κομμάτια. Αν και πρώτη εμφάνιση του σχήματος, άκουσα τα κομμάτια καλοπαιγμένα και ελαφρώς πειραγμένα σε σχέση με παλαιότερες εκτελέσεις. Γενικά δόθηκε περισσότερο βάρος στον Σιώτα, ο οποίος δίνει το χρώμα σε κάθε εκτέλεση, με κορυφαίο για μένα το δεύτερο μέρος του «Σ’ αφήνω γεια». Καλοκουρντισμένη και συντονισμένη η ορχήστρα σε όλο το πρόγραμμα. Εξαιρετικότατο το κλαρίνο, εμφανώς βελτιωμένη από πέρυσι η τρομπέτα, τα τύμπανα δυνατά (χωρίς να φτάνουν στο επίπεδο του Αλέξη), ο Σιώτας σε ρόλο μαέστρου, ο Χανιώτης έδινε όμορφες πινελιές όπου χρειαζόταν (και φωνητικά μάλιστα με χαρακτηριστικό παράδειγμα την Αγρύπνια), ο Μήτσος άπταιστος όπως πάντα έδινε σωστά ρυθμό, το μπάσο ικανοποιητικό με ένα πολύ ωραίο σόλο στο «Βάλε Κρασί», η ηλ. κιθάρα απλά καλή (δεν είχαν δουλευτεί αρκετά τα κομμάτια όπως επί Μπαντούκ). Η ατυχέστερη στιγμή του live νομίζω η «εκτέλεση» του «Νυχτέρι» από τον Χανιώτη, ο οποίος μάλιστα το διάνθισε και με τα γνωστά φωνητικά του. Νομίζω πως θα πρέπει να το ξανακούσουν αυτό.
Απογοητεύτηκα σε μεγάλο βαθμό από την Ματούλα Ζαμάνη όταν τραγουδούσε κομμάτια από την δισκογραφία του Θανάση. Στακάτη, ρυθμική φωνή, τραγουδούσε βέβαια πάρα πολύ σωστά, δίχως όμως το απαιτούμενο χρώμα. Άγευστες ερμηνείες στα περισσότερα κομμάτια, απλώς διεκπεραιωτικές. Δεν έδωσε το κάτι διαφορετικό. Ειδικά, μάλιστα, όταν της παραδίδονται κομμάτια όπως «Τα Παξιμάδια» και η «Κοιλάδα». Πολλή ένταση στην «Φειρούζ», στην «Περσεφόνη» και σε άλλα παρόμοια τραγούδια, που το νεύρο και η υψηλή ένταση τα παραμορφώνουν. Ειδικά σε αυτά τα δύο η ερμηνεία, θεωρώ, ότι ήταν παντελώς άστοχη! Γενικά, ερμηνεύτηκαν όλα τα κομμάτια με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Ακόμη και τα «Έρημα κορμιά» ή το «Μιλώ για σένα» που θεωρητικά της ταίριαζαν περισσότερο δεν με ικανοποίησαν. Ήταν βέβαια η πρώτη εμφάνιση. οπότε επιφυλάσσομαι για μια δεύτερη ακρόαση και στην Πετρούπολη, ωστόσο παρακολουθώντας την εν λόγω τραγουδίστρια και σε άλλες ερμηνείες της, αντιλαμβάνομαι ότι αυτό είναι το προσωπικό της ύφος, το οποίο, εμένα δεν με ικανοποιεί. Στα υπόλοιπα κομμάτια που είπε με Χανιώτη και μόνη της ήταν εμφανώς καλύτερη. Στα συν η ιδιαίτερη επικοινωνία με το κοινό και η σκηνική παρουσία, στοιχεία, όμως, που από μόνα τους δεν αρκούν.
Το κοινό ιδιαίτερα ενθουσιώδες. Έγινε πόλεμος πραγματικός. Χοροί, χοροποδητά, αλλαλαγμοί και όλα τα σχετικά έδωσαν παλμό και ρυθμό σ’ αυτό το live στην πλατεία του χωριού. To crowd surfing με την συμμετοχή δέκα ατόμων έκανε αναμφίβολα το live να μείνει στην ιστορία (credits to Σκιπίων που έδωσε το σήμα) με τους ντόπιους και τους πρωτοεμφανιζόμενους μουσικούς να μένουν με ανοιχτό το στόμα.
Λοιπόν, πολλά είπα. Θα επανέλθω με σκόρπια πράγματα αν απαιτηθεί.
Χαιρετώ όλους του Κοιλαδίτες, παλιούς και νεώτερους, γνωστούς μου περισσότερο ή λιγότερο. Να μαστε καλά παιδιά να ανταμώνουμε και να περνάμε όμορφα.