Print this page

Τα Νέα

19/06/2002

Συνέντευξη στην εφημερίδα "Τα Νέα"

www.tanea.gr

Από τη Χάρη Ποντίδα

«Έγραφα στίχους από παιδί. Όσο πρωτόγονος είμαι στη μουσική, τόσο στον στίχο περνάει το λόγιο στοιχείο. Προσπαθώ να περιορίσω τις εξυπνάδες αλλά…», λέει ο συνθέτης Θανάσης Παπακωνσταντίνου

Δημοτικό και έντεχνη εποχή εις σάρκαν μίαν

Αν υπήρξε τα τελευταία χρόνια ήχος που να μας έκανε να πιστέψουμε στην ανανέωση της (βαλτωμένης) ελληνικής σκηνής, που να μας έβαλε στην πρίζα να περιμένουμε με ενδιαφέρον ήταν στον «Βραχνό Προφήτη» και την ολοκαίνουργια «Αγρύπνια» (Lyra) του Θανάση Παπακωνσταντίνου.

Αν υπήρξε στίχος που μας έβγαλε από τα… εγκόσμια και μας έκανε να γευτούμε λίγη από την αλμύρα και τη θέρμη της εσώτερης στοιβάδας των συναισθημάτων μας, αφήνοντας πίσω του τον απόηχο μιας αληθινής (και καλά βιωμένης) εμπειρίας, το οφείλουμε επίσης στον ίδιο άνθρωπο: ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου, μόνιμος κάτοικος Λάρισας και σταθερός περιπατητής των στίχων του Πορτογάλου ποιητή Φερνάντο Πεσόα.

Ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου μας έδειξε μέσα από τη δική του προσωπική ματιά τι μπορεί να σημαίνει από δω και πέρα ελληνικό τραγούδι: Δημοτική παράδοση και έντεχνη εποχή ενώνονται εις σάρκα μία με τις ψυχεδελικές τάσεις και τις παραμορφώσεις της κιθάρας του Μπάμπη Παπαδόπουλου (που είναι ο ενορχηστρωτής των δίσκων), τα ουρλιαχτά του σαξόφωνου του Φλώρου Φλωρίδη, τη γλυκύτητα του τσέλου του Τάσου Μυσιρλή. Κι από κάτω (και μέσα από όλα αυτά) η αίσθηση ότι όλα είναι ρευστά, τίποτα δεδομένο, ότι η μουσική ακολουθεί τον δρόμο της ανακάλυψης, ότι διαπνέεται από τη φρέσκια και ορεξάτη ματιά ανθρώπων που θέλουν να ρισκάρουν για να προχωρήσουν.

Όποιος βρέθηκε φέτος στο φεστιβάλ Womad και είδε σε λάιβ εκδοχή τα τραγούδια των δύο τελευταίων άλμπουμ (με την Μελίνα Κανά, τον Σωκράτη Μάλαμα και τον ίδιο τον Θανάση Παπακωνσταντίνου στο μικρόφωνο) θα διαπίστωσε, ιδίοις όμμασι, ότι ο κόσμος επιβραβεύει, τελικά, τους… τολμηρούς, δείχνοντας έναν γνήσιο ενθουσιασμό και μια συμμετοχή που ούτε οι δημοφιλείς Πυξ Λαξ δεν είδαν (στον συγκεκριμένο χώρο).

Πώς ένιωσε άραγε ο ίδιος ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου μέσα σ' αυτή την πολύχρωμη και πολύβουη γιορτή; «Η αλήθεια είναι ότι το φοβόμουν λιγάκι γιατί δεν είχαμε ανάλογη εμπειρία στο παρελθόν αλλά τελικά όλα πήγαν καλά». Συζητάμε γενικότερα για το Womad, αν βρίσκει ενδιαφέρον σε τέτοιες πολυεθνικές συναντήσεις και απαντάει «βέβαια, μου αρέσουν ιδιαίτερα οι καλλιτέχνες της "ανατολικής πλευράς" που ενσωμάτωσαν στη μουσική τους και ακούσματα της Δύσης -αυτό το πάντρεμα είναι που με ενδιαφέρει ιδιαίτερα».

Θα έμενε στην Αθήνα μέχρι και το τέλος του Womad και μετά επιστροφή στα πάτρια. Δύο συναυλίες ακόμη στα τέλη Ιουνίου, στη Χαλκιδική και στη Θεσσαλονίκη, και μετά οικογενειακές διακοπές αλλά και εργασία, «γράφω τη μουσική για τη νέα ταινία του Νίκου Γραμματικού», διευκρινίζει. Τελικά το εγκατέλειψε το επάγγελμα του μηχανολόγου ή ακόμα τραβολογιέται με τη διπλή του «υπόσταση»; Γελάει. Τώρα πια ασχολείται αποκλειστικά με τη μουσική. Έδωσε το δίπλωμά του σε μια τεχνική εταιρεία για να έχει κάποια μόνιμα εισοδήματα από εκεί, κι έτσι έχει όλο τον χρόνο δικό του.

Αναμενόμενο, του λέω. Έπειτα από την επιτυχία του «Βραχνού Προφήτη» θα ήταν παράλογο να είναι μοιρασμένος στα δύο. «Η επιτυχία, είναι σχετική» απαντάει. «Γιατί πολλοί έφυγαν. Αν στον "Βραχνό Προφήτη" ήταν να φύγουν να μη φύγουν, τώρα με την "Αγρύπνια" την κοπάνησαν σίγουρα. Κάποιος μάλιστα πρότεινε να με κλείσουν σε μια σπηλιά κάνα μήνα για να συνέλθω. Αν προσέξεις δε τα νούμερα, θα δεις ότι οι προηγούμενοι δίσκοι μου πούλησαν πολύ περισσότερο -αλλά αυτό ποσώς με ενδιαφέρει. Δεν υπήρχε περίπτωση να κάνω πίσω. Για μένα δεν θα είχε νόημα πια».

Αποφεύγει να μιλάει για «στροφές» και «καινοτομίες», γιατί όλα συνέβησαν φυσικά και σχεδόν ασυνείδητα, «και αν κοιτάξει κανείς προσεκτικά θα δει ότι υπάρχει συνέχεια». Κάποτε, όταν έγραφε στο σπίτι του το «Όταν Χαράζει» -πέρναγε από τα μέρη του ο Γιάννης Αγγελάκας και τον φώναξε να το ακούσει. «Μεταξύ αστείου και σοβαρού του είπα να το πει εκείνος κι όταν το είπε μεταμορφώθηκε κυριολεκτικά».

Με τον Μπάμπη Παπαδόπουλο (κιθαρίστα των Τρυπών και ενορχηστρωτή των δίσκων) γνωρίστηκαν στον δίσκο «Της Αγάπης Γερακάρης» -έπαιζε κιθάρα εκεί- και σιγά σιγά τους ένωσε το κοινό τους ενδιαφέρον για τη μουσική.

Σίγουρα η συμβολή του Μπάμπη είναι καταλυτική στη διαμόρφωση του νέου του ύφους, του λέω. «Μα ο Μπάμπης είναι μουσικός πρώτα απ' όλα», απαντάει. «Ταλαντούχος μουσικός. Αλλά σ' αυτή τη δουλειά ακόμα και οι ηχολήπτες είναι και συμπαραγωγοί, σχεδόν. Θέλω να πω ότι αυτές είναι δουλειές που δεν γίνονται με τη λογική της διεκπεραίωσης αλλά από μια παρέα ανθρώπων που δουλεύουμε μαζί. Είναι η ανάσα τους και η θέρμη τους που φτιάχνει το αποτέλεσμα. Είναι η κοινή μας προσπάθεια».

Με δυο λόγια

Γεννήθηκε: Το 1959 στον Τύρναβο και μεγάλωσε εκεί. Από χρόνια η βάση του είναι στη Λάρισα.

Σπούδασε: Μηχανολόγος στη Θεσσαλονίκη και δούλεψε ως μηχανολόγος και εργοδηγός σε δημόσια έργα.

Ακούει: «Τελευταία, κυρίως ξένη μουσική. Ο Φίλιπ Γκλας αισθάνομαι ότι μεταμορφώνει το τοπίο γύρω μου».

Έγραφε στίχους: «Από παιδί. Όσο πρωτόγονος είμαι στη μουσική, τόσο στον στίχο περνάει το λόγιο στοιχείο. Προσπαθώ να περιορίσω τις εξυπνάδες αλλά…».

Γελάει: «Όταν ακούω να λένε ότι ανήκω στο "έντεχνο". Μάλλον στο άτεχνο, θα έλεγα».

Η μουσική: «Τώρα είναι σαν την ανάσα μου. Αν και δεν έμαθα ποτέ».

Παραγωγός: «Οπωσδήποτε λείπει. Φαντάσου τι ωραία θα ήταν να είχαμε τον… Μπράιαν Ίνο» (λέει γελώντας).

Φερνάντο Πεσόα: «Ξέρεις τι είναι να γράφεις με δεκάδες ψευδώνυμα και να γνωρίζεις ότι δεν θα σου αποδοθεί ποτέ αυτό που (ίσως) δικαιούσαι;».